Όπως ανέφερα και σε προηγούμενο άρθρο, οι Kiss είναι μία από αυτές τις μπάντες που έχουν μια περίεργη μουσική καριέρα. Στο ευρύ κοινό σήμερα το μόνο πραγματικά γνωστό κομμάτι τους είναι το I Was Made For Loving You. Ωστόσο, η καριέρα τους δεν περιορίζεται σε ένα μόνο κομμάτι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Black Diamond, ένα από τα κομμάτια που πέρασαν κάτω από το ραντάρ.
Το κομμάτι
Το Black Diamond είναι το τελευταίο κομμάτι στον ντεμπούτο δίσκο των Kiss, με τον ευρηματικότατο τίτλο… Kiss (!). Κυκλοφόρησε το 1974, έναν χρόνο μετά την δημιουργία της μπάντας. Το άλμπουμ απέσπασε μεικτές κριτικές, καθώς απέτυχε να εξάψει το κοινό με τον “απροσδιόριστο” ήχο του. Στον πρώτο χρόνο κυκλοφορίας του κατάφερε να πουλήσει μόλις 75.000 αντίτυπα.
Το κομμάτι δεν σε προετοιμάζει για το ύφος του. Ξεκινάει με ένα ρυθμικό χαλαρό κομμάτι στην κιθάρα, το οποίο λειτουργεί εισαγωγικά. Με το που το ακούς σκέφτεσαι… «α, ένα ακόμα χαλαρό κομμάτι, τίποτα σπουδαίο. Φωνητικά ήπια, ρυθμικά, μελωδικά… γιατί το εξώφυλλο έχει φρικιά απ’ έξω εάν παίζουν τόσο ήρεμα;»
Ο Peter Criss δίνει το σύνθημα. Και τότε ξεσπά. Με τα ντραμς του στο επίκεντρο, αυτή η «παράσταση τεράτων» των Kiss απέχει από τον ήρεμο χαρακτήρα της εισαγωγής.
Το Black Diamond έχει τον έντονο χαρακτήρα του σε όλη την υπόλοιπη διάρκεια. Ο Gene Simmons με τον ιδιαίτερα «ηλεκτρισμένο» ήχο στο μπάσο, χαρίζει στους Kiss τον χαρακτηριστικό ήχο τους. O Peter Criss δίνει “momentum” στην μπάντα, με το δυνατό αλλά groovy ήχο των ντραμς του. Οι Paul Stanley και Ace Frehley χρησιμοποιούν τις κιθάρες τους για να ενισχύσουν το ρυθμικό σκέλος, ενώ ο τελευταίος κάνει τις δεύτερες φωνές στο ρεφρέν.
Στο σόλο της κιθάρας το τέμπο γυρνάει σε 6/8, αποκτώντας έναν πιο ήπιο ρυθμό, με μπλουζ επιρροές. Ο δυναμισμός όμως δεν εκλείπει, με τον Frehley σε ισχυρά power chords, κλείνοντας το ματάκι στους Led Zeppelin οι οποίοι τα χρησιμοποίησαν στο παρελθόν και στο φινάλε του πασίγνωστου Stairway To Heaven.
Το ιδιαίτερο κλείσιμο
Η μπάντα επιλέγει να κλείσει το Black Diamond με μια σειρά από επαναλαμβανόμενα ακόρντα σε λα. Η live εκτέλεση, που κυκλοφορούν το 1975 υπό τον τίτλο Kiss: Alive!, κλείνει «συμβατικά», με επανάληψη του λα ακόρντου και την συνοδεία πυροτεχνημάτων που ακούγονται προς το τέλος.
Η στούντιο έκδοση του Black Diamond κλείνει με το ίδιο λα ακόρντο, αλλά οι Kiss επιλέγουν να επιβραδύνουν την κασέτα ηχογράφησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να γίνει το κομμάτι πιο αργό, αλλά και συνάμα πιο «σκοτεινό». Κατά κάποιο τρόπο θυμίζει πικάπ το οποίο είναι χαλασμένο και χάνει στροφές. Η τεχνική αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί εύκολα και χωρίς απώλειες στην ποιότητα του ήχου με σύγχρονα, ψηφιακά μέσα. Για αυτό και, κατά κάποιον τρόπο, αποκτά μια ιδιαίτερη γοητεία.
Προσωπική άποψη
Θα είμαι ξεκάθαρος. Δεν ήμουν φαν των Kiss. Καταλάβαινα απολύτως γιατί ο κόσμος τους θεωρεί πρωτοπόρους στο είδος τους, αλλά δεν ήταν για εμένα. Δεν μου ταίριαζε ο ήχος τους βρε αδερφέ, πώς να το κάνουμε;!
Το Black Diamond μου το έδειξε ένας φίλος, ο οποίος για τις ανάγκες του άρθρου θα παραμείνει ανώνυμος. Όταν το άκουσα για πρώτη φορά λέω: «ρε Γιάννη… Τι μ****** είναι αυτή ρε φίλε;! Σου αρέσει αυτή η παρακμή;» Και ο ανώνυμος φίλος μου απαντάει: «Μα ρε φίλε, πώς γίνεται να μην σου αρέσει; Αυτό το κομμάτι έχει τα πάντα!» Ακολούθησε πίεση. Αγώνας. Κάθε μέρα θα λάμβανα το link για το κομμάτι. ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ. Είχε γίνει πλέον αστείο. Πόσες φορές να πω ότι δεν μου άρεσε και ότι δεν είμαι φαν των Kiss;! Περνάει ο καιρός, ο Γιάννης βαρέθηκε να μου το στέλνει, και προχωράμε όλοι με τη ζωή μας.
Ένας μήνας αργότερα, και πώς μου σκάει ρε αδερφέ το ριφ του Black Diamond. Το ξαναβάζω. Το ακούω. Με προσοχή αυτή τη φορά. «Δεν είναι κακό…». Το ακούω δεύτερη φορά. Και μου κάνει το «κλικ». Αρχίζω να κατανοώ την μαγεία των Kiss. Όσες φορές το ακούω, τόσο πιο πολύ μου αρέσει. Και κάπως έτσι, μέσα από την συμβολή του ανώνυμου φίλου μου γκρεμίστηκε η προκατάληψή μου απέναντι στους Kiss. Σε ευχαριστώ γι’αυτό, Γιάννη.
Και κάτι τελευταίο…
Έχοντας ακούσει τόσο την στούντιο (Kiss -1974) όσο και την live εκτέλεση (Kiss: Alive! – 1975) του κομματιού, θεωρώ πως η εκτέλεση του στούντιο χάνει αρκετά σε δυναμική σε σύγκριση με το live. Η τελική βαθμολόγηση επομένως θα αφορά την live εκτέλεση. Για την στούντιο ισχύει η ίδια βαθμολογία, αλλά ένα αστέρι κάτω σε ερμηνεία και μισό αστέρι πάνω σε ενορχήστρωση (κυρίως λόγω του ξεχωριστού και, κατά τη γνώμη μου, εξαιρετικού φινάλε).
Παρόμοια άρθρα:
- Ruled By Secrecy, Muse: Κρυμμένο «διαμαντάκι»;
- Τα 5 πιο αναγνωρίσιμα riff στην ιστορία της μουσικής
- Η Vintagia Της Παρασκευής Vol 65
Ακολουθήστε τις σελίδες μας σε Instagram, Facebook και Spotify για περισσότερη έμπνευση.