μονοπάτι
Σχέδιο: Ειρήνη Γαντζία (neo_pessimist)

Ηχογράφηση της ιστορίας, Το μαγικό μονοπάτι, από τη Ναταλία Σφήκα:

Αυτή η μικρή ιστορία απευθύνεται στους μικρούς μας φίλους, ηλικίας 13+.

«Έτοιμος;»

Η φιγούρα μιας νεαρής, μικροκαμωμένης κοπέλας πετάχτηκε από πίσω μου, αποσπώντας με από τις σκέψεις μου.

«Φυσικά» της απάντησα. Τα κατάξανθα μαλλιά της έπεφταν σαν δύο μικρές κουρτίνες πάνω από την αυλαία των γαλανών ματιών της που μου θύμιζαν θάλασσα, διακοπές και καλοκαίρι. Παρ’ όλα αυτά, ήταν η Άνοιξη εκείνη η εποχή που είχε φέρει εμένα και τη Μαρία τόσο κοντά. Ήταν οι μυρωδιές των ανθισμένων κερασιών, το δροσερό αεράκι, η βροχή που δρόσιζε τις σκέψεις μας. Ήταν Παρασκευή· η αγαπημένη μου ημέρα. Τον τελευταίο ένα χρόνο, κάθε Παρασκευή εγώ και εκείνη βρισκόμασταν μετά το σχόλασμα. Δεν ήμασταν πάνω από δεκαπέντε. Κάθε Παρασκευή είχαμε μόνο έναν προορισμό. Το αγαπημένο της μέρος, το μόνο σημείο της πόλης που, όπως έλεγε, την χαλάρωνε και την ανακούφιζε. Μόνο που το μέρος αυτό το κρατούσε μυστικό ακόμα και από εμένα. Η προϋπόθεση για να την ακολουθήσω κάθε φορά ήταν να δέσω τα μάτια μου κατά την διαδρομή, την παραμονή και τον γυρισμό μου από το κρυφό της βασίλειο.

«Μόνο έτσι θα το δεις πραγματικά όπως είναι» συνήθιζε να μου λέει.

Σίγουρα η μικρή μου φίλη θα σας φαίνεται παράξενη, ακόμα και ιδιότροπη. Όμως, παρακαλώ, δώστε μου μια ευκαιρία να σας αφηγηθώ όλη την ιστορία, για το μυστικό βασίλειο μιας ξεχωριστής πριγκίπισσας που δεν ταίριαξε ποτέ στον γκρίζο κόσμο μας.

Με τράβηξε από το χέρι και με βιαστικό βήμα ξεκινήσαμε να περπατάμε μέχρι το μικρό πάρκο της πόλης μας. Εκεί, κάθε φορά -όπως και αυτήν τη μέρα- έβγαζε ένα ροζ μαντίλι από την σχολική της τσάντα και το έδενε σφιχτά πάνω από τα μάτια μου. Το μυστικό εκείνου του μέρους πρέπει να ήταν πολύ σημαντικό για την ίδια. Στη διαδρομή πολλές φορές συνήθιζε να μου ζητάει να μην κρυφοκοιτάξω, ενώ έλεγχε αν το μαντίλι ήταν αρκετά σφιχτό όσο, την ίδια στιγμή, παρατηρούσε τις κινήσεις μου.

Όταν αρχίζαμε να πλησιάζουμε το μυστικό μέρος, το βήμα της γινόταν πιο γρήγορο, σχεδόν ανυπόμονο. Μπορούσα εύκολα να καταλάβω πως ήμασταν κοντά. Ήταν σαν να περνούσαμε κάποια μαγική πύλη. Ο αέρας ήταν πιο καθαρός, το φως έπεφτε στο δέρμα μας πιο τρυφερά, σχεδόν σαν να το φιλούσε, ενώ οι κερασιές, κάθε άνοιξη, μύριζαν πολύ πιο όμορφα εκεί παρά σε οποιοδήποτε άλλο μέρος είχα βρεθεί ποτέ. Το νεαρό κορίτσι, με τις κατάξανθες μπούκλες, καθόταν δίπλα μου στο γρασίδι. Αν και δεν μπορούσα να δω, ένιωθα πως το πρόσωπο της, όταν βρισκόταν εκεί, ήταν πιο ήρεμο από ποτέ. Σαν να άφηνε όλα τα προβλήματα και τις σκέψεις, που δεν τολμούσε να πει σε κανέναν, πίσω της, στον κόσμο των θνητών. Η μικρή, γαλανομάτα φίλη μου, με την εύθραυστη σιλουέτα, έμοιαζε πιο δυνατή από ποτέ όσο βρισκόμασταν στο μυστικό της μέρος. Μετά από λίγη ώρα συζήτησης, θα σηκωνόταν όρθια, θα έβγαζε το αγαπημένο της βιολί από την θήκη του και θα άρχιζε να παίζει για εμένα τα αγαπημένα της μουσικά κομμάτια.

Ή μάλλον, τώρα που το σκέφτομαι, δεν τα έπαιζε ποτέ για εμένα.

Εγώ απλώς βρισκόμουν εκεί, ως ο πιο τυχερός άνθρωπος του κόσμου για να την ακούσω. Να ακούσω τη μελωδία μιας νεράιδας που είχε χάσει το δρόμο της. Τι όμορφο χρώμα που είχε εκείνη η μουσική. Μπορούσα να νιώσω τη σύνθεση κάθε νότας στο σώμα μου, καθώς μούδιαζα από τον ήχο. Άλλοτε ήταν ροζ, όπως οι κερασιές, άλλες φορές γινόταν καταγάλανη, όπως ο απέραντος ουρανός και η δροσερή θάλασσα και άλλες κόκκινη όπως η φωτιά που έκαιγε στην καρδιά της.

Πλέον καταλαβαίνω γιατί έπρεπε να έχω τα μάτια μου κλειστά. Γιατί από τους δύο μας ήθελε να είμαι εγώ αυτός που θα μπορούσα πραγματικά να δω, όχι με τον συνηθισμένο τρόπο, αλλά με τα μάτια της καρδιάς μου. Να δω όσα ήθελε να μου δείξει, να ακούσω αυτά που ήθελε να μου πει, να νιώσω όσα η μουσική της προσπαθούσε να μου μεταφέρει. Εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα όλα είχαν ακόμα πιο γλυκιά αίσθηση. Ακόμα και ο τρόπος που έπαιζε ήταν διαφορετικός. Σαν να έδινε το μεγαλύτερο ρεσιτάλ της ζωής της, μόνο για εμάς τους δύο και την ίδια τη φύση. Μόλις τελείωσε κάθισε δίπλα μου και με ρώτησε: «Λοιπόν, πώς σου φάνηκε;»

Ήταν η πρώτη φορά που με ρωτούσε πώς μου φαινόταν η μουσική της. Χωρίς δεύτερη σκέψη της είπα: «Ήταν ό,τι πιο όμορφο έχεις παίξει ποτέ. Θα ήθελα να το ακούω συνέχεια».

«Ήταν κάτι ξεχωριστό» είπε και μπορούσα να ακούσω το χαμόγελο στη φωνή της. Ύστερα, ανακάτεψε παιχνιδιάρικα τα μαλλιά μου· μια χειρονομία οικειότητας που είχα πια συνηθίσει.

Μετά από λίγη ώρα, σηκωθήκαμε και πήραμε το δρόμο του γυρισμού. Μόλις φτάσαμε στο πάρκο, αφαίρεσε το μαντήλι από το μάτια μου και είπε: «Λοιπόν, νιώθεις πια πως εκείνο το μέρος είναι και δικό σου;»

«Φυσικά» της απάντησα χωρίς δεύτερη σκέψη.

«Να το επισκέπτεσαι και μόνος. Δεν του αρέσει η μοναξιά».

Μετά από αυτό ο καθένας πήρε το δρόμο για το σπίτι του. Μακάρι να είχα καταλάβει πιο νωρίς πως εκείνη η μέρα θα ήταν η τελευταία που θα έβλεπα τη Μαρία. Πολλές φορές ο κόσμος μας υπενθυμίζει πως το γκρίζο είναι το βασικό του χρώμα και παίρνει μακριά τα χρωματιστά στολίδια που άλλοτε μας είχε προσφέρει. Παρ’ όλα αυτά, το χρώμα που έφερε εκείνη στη ζωή μου δεν ξέβαψε ποτέ.

Λίγες μέρες μετά μπόρεσα, ακολουθώντας τις μυρωδιές και, κυρίως, την καρδιά μου, να ανακαλύψω το μυστικό μας μέρος. Ήταν πανέμορφο. Όμως είχε δίκιο. Η όραση δεν βοηθούσε να δει κανείς την πραγματική μαγεία που υπήρχε σε καθετί από το οποίο αποτελούνταν το μυστικό μέρος. Συνέχισα να πηγαίνω εκεί κάθε Παρασκευή και συνεχίζω να πηγαίνω μέχρι και σήμερα. Εκεί όπου με οδήγησε εκείνη, στο μέρος στο οποίο με έκανε να ζήσω· να αναπνεύσω από την αρχή. Στο βασίλειο μιας πριγκίπισσας που έγινε και δικό μου. Στο μέρος όπου σήμερα για πρώτη φορά  πηγαίνω με τα παιδιά μου, ύστερα από  δεκαπέντε χρόνια. Είναι, εξάλλου, ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα σε γνωρίσουν, μικρή μου, αγαπημένη φίλη. Το μόνο μέρος στο οποίο θα βρίσκεσαι για πάντα.

Σε ευχαριστώ για όλα.


Παρόμοια άρθρα:

Ακολουθήστε τις σελίδες μας σε Instagram, Facebook και Spotify για περισσότερη έμπνευση.

Giving Sight by Beasty-Press // Giving Sight The Project 

2 COMMENTS

Comments are closed.