I'm thinking of ending things
(imdb.com)

”Winter is coming” και μαζί με αυτόν έρχονται σιγά σιγά και ένα σωρό κινηματογραφικές πρεμιέρες –και αλμπουμάρες, αλλα αυτά σε άλλο άρθρο– που περίμεναν καιρό να βρουν μια θέση είτε στις κινηματογραφικές αίθουσες, όπως το  πολυσυζητημένο και αμφιλεγόμενο Tenet του Κρίστοφερ Νόλαν, είτε σε πλατφόρμες όπως το επίσης αμφιλεγόμενο, όσον αφορά την κριτική, I’m thinking of ending things του Τσάρλι Κάουφμαν. Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσω να κάνω μια ταπεινή απόπειρα προσέγγισης της δεύτερης ταινίας που είδα πρόσφατα και μετά ξαναείδα για να καταλάβω τι ήταν αυτό που είδα.

I’m thinking of ending things

Το I’m thinking of ending things είναι το πρόσφατο καλλιτεχνικό πόνημα του Τσάρλι Κάουφμαν (βλ. Eternal Sunshine of the Spotless Mind). Kυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες, συγκεκριμένα στις 4 Σεπτεμβρίου, μέσω της αμερικάνικης streaming πλατφόρμας του Netflix.

Συνοπτικά, πολύ συνοπτικά όμως, το storyline χτίζεται γύρω από το ένα ταξίδι για ένα γεύμα. Στην ουσία παρακολουθούμε μια κοπέλα, τη Λούσι (ή Λουίζα ή Λουτσία, ή Εϊμι;), την οποία υποδύεται η Ιρλανδή ταλαντούχα Τζέσι Μπάκλεϊ, να πηγαίνει μαζί με τον φίλο της τον Τζέικ, που παίζει ο Τζέσι Πλίμονς, στο πατρικό του, για να δειπνήσουν. Και όλα αυτά ενώ το χιόνι αρχίζει, σιγά σιγά, να σκεπάζει τα πάντα καλύπτοντας έτσι οποιαδήποτε ρεαλιστική απεικόνιση του τοπίου και ενισχύοντας ακόμη περισσότερο τη σουρεάλ, και κομμάτι ανατρεπτική κατάσταση, που θα ακολουθήσει.

Το βιβλίο

Πριν πάμε στα ενδότερα της κινηματογραφικής αφήγησης του Κάουφμαν να πούμε ότι η ταινία βασίστηκε στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Καναδού συγγραφέα, Ίαν Ράιντ. Το βιβλίο μεταφράστηκε φέτος και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη τον Ιούνιο που μας πέρασε. Πάνω σε αυτό το σενάριο πάτησε ο Κάουφμαν και έχτισε τη δική του κινηματογραφική αφήγηση για να μιλήσει για τις σχέσεις, το τέλος αυτών, τη μοναξιά και το σκοτάδι που συντροφεύει την ανθρώπινη φύση.

Road trip

Αν θέλαμε να σπάσουμε σε κομμάτια την ταινία, θα τη χωρίζαμε σε τρία μέρη. Στην άφιξη του road trip και τη συζήτηση του ζευγαριού. Στο οικογενειακό δείπνο γνωριμίας και τη διαμονή στη φάρμα. Και τέλος η επιστροφή. Μια τριμερής αφηγηματική δομή που εκτείνεται σε ένα γεμάτο δίωρο. Ένα δίωρο αρκετό για να μας μπερδέψει. Να μας κάνει να αναρωτιόμαστε σχετικά με το πόσο τελικά μας αρέσουν ή όχι οι mindfuck ταινίες.

Η «Λούσι» στέκεται μπροστά στον χιονισμένο πεζόδρομο και περιμένει τον φίλο της να έρθει να την πάρει για να ξεκινήσουν το ταξίδι προς το πατρικό του. Καθόλη τη διάρκεια του ταξιδιού παρακολουθούμε τις ενδόμυχες σκέψεις που κάνει για τη σχέση της. Οι διάλογοι διακόπτονται συνεχώς από τις σκέψεις που την προβληματίζουν. Η ίδια κάνοντας έναν απολογισμό της σχέσης της με τον Τζέικ μας λέει ότι «σκέφτεται να βάλει ένα τέλος» καθώς διαισθάνεται ότι η ημερομηνία λήξης της σχέσης είναι κοντά.

I'm thinking of ending things

Σχέσεις «εν κινήσει»

Μάλιστα, μέσα στις σκέψεις της «Λούσι» υπάρχει και μια ωραία παρομοίωση για τις σχέσεις  που υπάρχουν απλά για να υπάρχουν, χωρίς καμιά προοπτική εξέλιξης για τα εμπλεκόμενα μέλη. Η πρωταγωνίστρια κάνει αναφορά στον πρώτο νόμο «συναισθήματος» του Νεύτωνα. Σχολιάζει ότι όπως ένα αντικείμενο που είναι σε κίνηση παραμένει διαρκώς σε κίνηση, έτσι και μια σχέση που υπάρχει απλά, που βρίσκεται εν κινήσει, χωρίς να έχει απαραίτητα κάποιο προορισμό. Κανείς όμως δε βάζει τέλος σε αυτές τις σχέσεις. Στη σκέψη ότι κάποιος θα είναι μόνος παγώνει και επιλέγει να είναι με κάποιον απλά και μόνο για μην είναι μόνος.

Ποιος να κάτσει να εξηγήσει και γιατί; Ο εύκολος δρόμος, σχολιάζει η πρωταγωνίστρια, είναι καλύτερος. Να παραμένεις εκεί μέσα στη νωθρότητα μιας σχέσης. Η εναλλακτική επιλογή, που μπορεί να σημαίνει, βάζω ένα τέλος στα πράγματα, και όχι το σκέφτομαι απλά, απαιτεί ενέργεια και αποφασιστικότητα. Απαιτεί ωριμότητα, κυρίως συναισθηματική, μιας και η μετάβαση από μαζί στο μόνος μας φέρνει αντιμέτωπους με τις ανασφάλειές μας, με τους φόβους μας και τα όρια της μοναξιάς.

Το γεύμα

Και αφού περάσει το πρώτος μέρος με το διάλογο στο αυτοκίνητο και τον μονόλογο που ακούμε παράλληλα από την πρωταγωνίστρια, α και μαζί με αυτά, μια πληθώρα καλλιτεχνικών αναφορών, φτάνουμε στο γεύμα.

I'm thinking of ending things
NETFLIX © 2020 (npr.org)

Δεν σας κρύβω ότι τα πράγματα κυλάνε κάπως βασανιστικά αργά και ίσως, ως ένα βαθμό, κουραστικά. Ενδιαφέρον αρχίζει να αποκτά η όλη ιστορία όταν αρχίζεις να παρατηρείς κάποιες λεπτομέρειες και προσπαθείς να καταλάβεις τι γίνεται. Όταν διαπιστώνεις ότι ο χρόνος δεν είναι γραμμικός, ότι τα ονόματα δεν είναι σταθερά, ότι οι ηθοποιοί αλλάζουν ηλικία, όταν εν τέλει η χιονοθύελλα, που πεισματικά κινηματογραφεί ο Κάουφμαν αρχίζει να παρασύρει και εμάς.

Οι μικρές λεπτομέρειες

Στην αρχή βλέπουμε μέσω flashback μια ηλικιωμένη φιγούρα, με τα χέρια ρυτιδιασμένα, που μαρτυρούν μια άλλη ηλικία για τον Τζέικ από αυτή που δείχνει το πρόσωπό του. Λες δε μπορεί κάτι πίνει ή ήπια εγώ και τα βλέπω αυτά. Και οι μικρές αυτές λεπτομέρειες που ενισχύουν το στοιχείο του μη πραγματικού στο γεύμα φτάνουν στο ζενίθ. Η ιστορία γνωριμίας της Λούσι και του Τζέικ δεν φαίνεται να είναι μία. Ο Τζέικ μια είναι ήσυχος και κοιτά με καλοσύνη τους δικούς του, μία οξύθυμος και νευρικός. Οι γονείς –καθηλωτικές ερμηνείες από Τόνι Κολέτ και Ντέιβιντ Θιούλις– μια μικραίνουν ηλικιακά, μια μεγαλώνουν.

I'm thinking of ending things
Μοναδική ερμηνεία της Τόνι Κολέτ στο ρόλος της μητέρας του Τζέικ (imdb.com)

Θα μπορούσα να επιμείνω σε κάποιες λεπτομέρειες. Να σχολιάσω ποια εκδοχή είναι αυτή που πείθει περισσότερο. Αλλά δεν είναι αυτή η πρόθεση μου. Ο καθένας βλέπει ό,τι είναι και επιλέγει το κομμάτι ερμηνείας που κουμπώνει πάνω του. Όταν υπάρχει φυσικά αμφισημία ως προς το τέλος. Σίγουρα πρόκειται για μια ιστορία που μιλάει για τη μοναξιά, τη πίεση του να μην είσαι μόνος, τις ανασφάλειές μας που συχνά μέσα από τη συμπεριφορά μας και τις εμμονές μας βγάζουμε πάνω στις σχέσεις μας με τους γύρω μας.

Διπλή ανάγνωση

Θα μπορούσαμε να κάνουμε και μια διπλή ανάγνωση του έργου. Από τη μια δηλαδή να εστιάσουμε στην πρωταγωνίστρια και τη σχέση της και στον φόβο της να επιχειρήσει να βάλει ένα τέλος σε αυτή, στις αγωνίες της και παράλληλα να δώσουμε προσοχή στην δική της αναζήτηση ταυτότητας. Αλλά θα μπορούσαμε επίσης να εστιάσουμε στον Τζέικ.

Ίσως, να μην είναι η ιστορία της Λούσι, αλλά από την αρχή να ήταν η ιστορία του Τζέικ. Του κάποτε έξυπνου και αντικοινωνικού και νευρικού παιδιού, που δεν κατάφερε να ζήσει τη ζωή του όπως ήθελε, να είναι με το κορίτσι που ήθελε, να κάνει τη δουλειά που ήθελε. Και τώρα κάθεται μπροστά από μια τηλεόραση, ηλικιωμένος πλέον και ταλαιπωρημένος, βλέπει τα παιδιά στο σχολείο γεμάτος πικρία και κάνει εικόνα στο μυαλό του τη σχέση που θα ήθελε να έχει.

I'm thinking of ending things
Το πόστερ της ταινίας (imdb.com)

Αγνοώντας την πραγματικότητα που τον περιβάλλει χτίζει έναν κόσμο μέσα στο κεφάλι του, βαθύτατα επηρεασμένο από την κουλτούρα που καταναλώνει. Και φαντάζεται γιατί η πραγματικότητα δεν μας ανήκει, εκεί υπάρχει η μίμηση.

Περί μιμήσεως

«Η σκέψη είναι πιο κοντά στην αλήθεια, απ’ ότι η πράξη. Mπορείς να υποδυθείς τα πάντα αλλά δεν υποδύεσαι μια σκέψη». Νομίζω ένα θέμα που επίσης θίγεται μέσα από τις διάφορες διακειμενικές αναφορές (μιούζικαλ, λογοτεχνία, ταινίες) είναι πως οτιδήποτε χτίζουμε για τον άλλον, ό,τι εκφράζουμε, στην ουσία δεν μας ανήκει. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα που ακούγεται από τον Όσκαρ Ουάιλντ:

Είναι τραγικό σε πόσο λίγους ανθρώπους ανήκει η ψυχή τους όσο ζουν. «Τίποτα δεν είναι πιο σπάνιο» λέει ο Έμερσον «από την πράξη αυτή καθαυτή» κι αυτό γενικά φαίνεται να  ισχύει. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι αυτό που φαίνονται. Οι σκέψεις τους είναι υιοθετιμένες γνώμες άλλων, η ζωή τους είναι μία μίμηση, τα πάθη τους αναφορά [σε λόγια άλλων]

           (The Complete Letters of Oscar Wilde)

«Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι άλλοι άνθρωποι. Οι σκέψεις τους είναι γνώμες των άλλων». Και εδώ το οξύμωρο του πράγματος. Το πώς επιλέγεις να θίξεις το κομμάτι της μίμησης. Tης έκφρασης μέσω των ιδεών που δεν μας ανήκουν. Tην αναπόφευκτη τάση επανάληψης σε αυτή τη ζωή χρησιμοποιώντας τα λόγια των άλλων. Κλείνοντας  θα χρησιμοποιήσω και εγώ τα λόγια ενός άλλου αγαπημένου συγγραφέα, του Πορτογάλου Φερνάντο Πεσσόα, για να σχολιάσω τον προβληματισμό που φαίνεται να απασχολεί ιδιαίτερα τον Κάουφμαν.

Παραθέτει στο αποφθεγματικό Βιβλίο Της Ανησυχίας (The Book of Disquiet):

Ποτέ δεν αγαπάμε κανέναν. Αγαπάμε αποκλειστικά την εικόνα που διαμορφώνουμε για κάποιον. Αυτό που αγαπάμε είναι μια δική μας κατασκευή, στην ουσία δεν αγαπάμε παρά τον εαυτό μας.

Τη δική μας κατασκευή λοιπόν αγαπάμε, τον εαυτό μας. Ξέρω κάπως κυνική προσέγγιση της αγάπης, αλλά δεν παύει να έχει μια δόση αλήθειας.

Παρόμοια άρθρα:

Ακολουθήστε τις σελίδες μας σε Facebook, Instagram και Spotify για περισσότερη έμπνευση.

Giving Sight by Beasty-Press

REVIEW OVERVIEW
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ
ΣΕΝΑΡΙΟ
ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΕΝΔΥΣΗ
ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ
Previous articleCharlie Chaplin: η φωνή του βουβού κινηματογράφου
Next articleΈκθεση: Seascapes της Έλλης Οικονομίδη στην γκαλερί 7
Σπούδασα στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών μπορεί να μη μπήκα συνειδητά, αλλά έφυγα με τρεις μεγάλες συνειδητές αγάπες από εκεί. Τη λογοτεχνία χάρη στη σχολή, τον κινηματογράφο και τη μουσική χάρη στις παρέες. Για αυτές λοιπόν τις αγάπες θα γράφω στο beasty-press και ό,τι άλλο με συγκινεί. Sit back, relax and enjoy που λέμε και στο χωριό μου.
im-thinking-of-ending-things-mia-sourealistiki-apikonisi-tΣίγουρα πρόκειται για μια ιστορία που μιλάει για τη μοναξιά, τη πίεση του να μην είσαι μόνος, τις ανασφάλειές μας που συχνά μέσα από τη συμπεριφορά μας και τις εμμονές μας βγάζουμε πάνω στις σχέσεις μας με τους γύρω μας. Με μια κινηματογραφική γλώσσα πυκνή και δυσνόητη πλέκεται ένα γαϊτάνάκι προβληματισμών για τη μοναξιά των σχέσεων και τον ανθρώπινο ψυχισμό.