Οξυδερκής, πολυγραφικός, ειλικρινής, αληθινός. Γενναίος, μιλώντας για θέματα που ελάχιστοι (ακόμη) τολμούν να θίξουν. Εκρηκτικός, ακόμη και εριστικός κατά περίπτωση, σίγουρα πάντως ένας άνθρωπος που δεν «μασάει» τα λόγια του. Ο λόγος για τον Αύγουστο Κορτώ, το συγγραφέα-μεταφραστή που με ευγένεια και ειλικρίνεια δέχτηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις μας. Άλλωστε, είναι αυτός που θα δηλώσει πως «δεν είχε ποτέ καημό να ερωτηθεί κάτι συγκεκριμένο» ενώ όταν δεν θέλει να απαντήσει σε κάποια ερώτηση, το λέει ευθαρσώς και πάει παρακάτω.
Μπορείτε να ανακαλέσετε την πρώτη στιγμή που νιώσατε την ανάγκη να γράψετε;
Το καλοκαίρι των Πανελλαδικών, μετά το πέρας των κολασμένων εξετάσεων. Έξι ιστορίες γεννήθηκαν η μία μετά την άλλη κι απαίτησαν να γραφτούν. Έτσι ξεκίνησε: σαν νοερή επιταγή.
Έχετε πει ότι γράφετε πολύ. Υπήρξε περίοδος στη ζωή σας, ή κάποιο χρονικό διάστημα που «μπλοκάρατε» και δεν μπορούσατε να είστε το ίδιο παραγωγικός;
Σε περιόδους κλινικής κατάθλιψης όλα πέφτουν – θυμικό, ενέργεια – και το γράψιμο γίνεται δύσκολο, ενίοτε και ανέφικτο. Όταν είμαι καλά, γράφω τέσσερα με πέντε βιβλία το χρόνο.
Λένε ότι ολοκληρώνοντας ένα βιβλίο τού, ο συγγραφέας βιώνει ένα είδος «επιλόχειας κατάθλιψης». Ισχύει; Κι αν ναι, το έχετε ζήσει ο ίδιος;
Ναι, ο αποχωρισμός, το τέλος της κυοφορίας, είναι μελαγχολικό, τουλάχιστον όπως το βιώνω εγώ. Βέβαια, αργά ή γρήγορα – σε μένα αυτό συμβαίνει σε διάστημα μερικών ημερών – αρχίζω να γράφω το επόμενο και η λύπη περνάει με την καινούργια καψούρα της γραφής.
Θεωρείτε ότι η ψυχική υγεία και η δημιουργικότητα συνδέονται με κάποιον τρόπο;
Πολλοί άνθρωποι που υπέφεραν από ψυχικά νοσήματα πάσχισαν ανά τους αιώνες να βρουν παρηγοριά και ανακούφιση στη δημιουργία. Φυσικά, καμία τέχνη δεν είναι υποκατάστατο θεραπείας και ούτε μπορεί από μόνη της να αναιρέσει το βάσανο της αρρώστιας – ειδάλλως, η Σίλβια Πλαθ, φερ’ ειπείν, με τέτοιο χάρισμα θα ζούσε ως τα βαθιά γεράματα.
Κάθε χρόνο διαθέτετε ένα δωρεάν βιβλίο σας στην Ανοιχτή Βιβλιοθήκη. Πώς προέκυψε η συγκεκριμένη ιδέα;
Είναι απότοκο της γραφομανίας μου απ’ τη μια – δεν δύναμαι να εκδώσω όλα τα βιβλία που γράφω. Κι απ’ την άλλη, μ’ αρέσει η ιδέα ότι χαρίζω κάποια μυθιστορήματα σε κόσμο που θέλει να διαβάσει αλλά μπορεί να ζορίζεται οικονομικά σ’ εκείνη τη φάση. Έχω ευεργετηθεί από δανειστικές βιβλιοθήκες, οπότε αυτή η ελάχιστη γενναιοδωρία είναι ένα αντίδωρο.
Το τελευταίο βιβλίο του Αυγούστου Κορτώ, Όταν κοιμούνται οι φίλοι μου, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη τον περασμένο Απρίλιο. Πρόκειται για την ιστορία τριών φίλων, παιδιών στην ουσία, που «τραυματισμένα και εξόριστα, χαμίνια του δρόμου» παλεύουν για την αγάπη και τελικά για την ίδια τους τη ζωή. Ναρκωτικά, πεζοδρόμιο, κοινωνικές αδικίες, έρωτας, ακόμα και φόνοι πλέκονται στην περίτεχνη γραφή του Κορτώ. Στην καρδιά όμως της ιστορίας, βρίσκεται η κραυγή των πρωταγωνιστών για αγάπη, αυτή που στερήθηκαν από τις οικογένειές τους.
Τα βιβλία σας συνήθως περιέχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία. Ισχύει το ίδιο και για το τελευταίο σας, Όταν κοιμούνται οι φίλοι μου; Αν ναι, οι χαρακτήρες του Γιάννη, της Δήμητρας και του Μανωλιού αντιστοιχούν σε υπαρκτά πρόσωπα;
Σε όλα μου τα βιβλία, αν με ψάξεις, θα με βρεις. Το συγκεκριμένο περιέχει κάποια λίγα βιωματικά στοιχεία, μα κατά τ’ άλλα είναι αμιγής μυθοπλασία. Σε αντίθεση με αυτά τα τρία παιδιά, υπήρξα τυχερός: αγαπήθηκα εγκαίρως και πολύ.
Έχετε πει ότι γράφοντας το συγκεκριμένο βιβλίο, κλάψατε εξιστορώντας τις περιπέτειες των ηρώων. Γιατί; Τι διαφορετικό συνέβη σε αυτό το βιβλίο σε σχέση με τα προηγούμενα;
Δεν ξέρω γιατί ειδικά αυτό το βιβλίο με τάραξε τόσο. Ίσως επειδή μιλάει για παιδιά και με κάποιον τρόπο έξυσε μια πληγή, ένα δικό μου παλιό παράπονο. Πάντως, δεν θυμάμαι να ‘χω πονέσει τόσο χαρακτήρες μου – ακόμα κι εκείνους που αγάπησα πολύ, όπως τη Ρένα, την Έστερ, τη Δέσποινα.
Έχετε μεταφράσει πλήθος βιβλίων. Υπάρχει κάποιο που να ξεχωρίζετε και γιατί;
Νιώθω περήφανος για τις μεταφράσεις της Άννυ Πρου, του Σεμπάστιαν Μπάρυ, της Μάργκαρετ Άτγουντ και του Σάλιντζερ. Και σίγουρα ξεχνώ κι άλλες – μιλάμε για καμιά ογδονταριά βιβλία.
Η μετάφραση και η συγγραφή είναι δύο φύσει αντίθετες διαδικασίες, καθώς η η πρώτη είναι σχεδόν μηχανική, ενώ η δεύτερη δημιουργική. Πόσο εύκολος ή δύσκολος είναι ο διαχωρισμός τους;
Η λογοτεχνική μετάφραση είναι κάθε άλλο παρά μηχανική – είναι μια συνθήκη τρομερής ευθύνης, που απαιτεί σεβασμό, προσήλωση και τιθαύσευση των ταπεινών συγγραφικών ενστίκτων (τουτέστιν, να καπελώσεις το συγγραφέα). Κι είναι, για μένα, μία πολύτιμη δουλειά, ένα σχολείο: μαθαίνω από κορυφαίους συγγραφείς μυστικά και τεχνάσματα του μετιέ. Η μετάφραση, στην περίπτωσή μου, συμπληρώνει και ευεργετεί τη γραφή.
Υπάρχει κάποιος σύγχρονός μας που θαυμάζετε;
Υπάρχουν και μάλιστα πολλοί, αλλά θα αναφέρω – επειδή αυτή μου ήρθε τώρα – τη λατρεμένη Έλενα Φερράντε.
Ευχαριστούμε τον κύριο Κορτώ για τη διάθεση και το χρόνο του και του ευχόμαστε καλοτάξιδο το νέο του βιβλίο. Ανυπομονούμε για το «αδερφάκι» του που αναμένεται το φθινόπωρο!
Παρόμοια άρθρα:
- Το βιβλίο της Κατερίνας: Ένα αριστούργημα του Αύγουστου Κορτώ
- Ο αφρός των ημερών, Μπορίς Βιάν
- 3 βιβλία για το ωτοστόπ
- Η Ιστορία της Θεραπαίνιδας: Μια δυστοπία του χθες στο σήμερα
Ακολουθήστε τις σελίδες μας σε Facebook, Instagram και Spotify για περισσότερη έμπνευση.
Giving Sight by Beasty Press // Giving Sight The Project