«Ε; Ποιά είμαι εγώ; Δε με μάθατε ποτέ. Δε με ξέρατε και δε με ξέρετε. Τι νόημα έχει να με ρωτάτε τώρα; Αν λυπήθηκα; Όχι. Και βέβαια όχι. Απλώς ξαφνιάστηκα, αυτό είναι όλο. Γιατί με ρωτάτε τώρα, αυτό αναρωτιέμαι και δεν καταλαβαίνω. Αν και μάλλον έπρεπε να φτάσουμε ως εδώ για να με ρωτήσετε. Δεν είναι εύκολο το παιδί σου, το καμάρι σου να είναι διαταραγμένο. Είχες εναποθέσει τόσες ελπίδες σε εκείνο. Το μεγάλωσες, το φρόντισες, το είδες να μεγαλώνει σαν τα φυτά. Ήταν ο αντικατοπτρισμός όλων των πραγμάτων που ήθελες και εσύ πολύ να γίνεις. Απλώς είχες διαφορετικούς γονείς. Σωστά, οι γονείς σου ήταν καταπιεστικοί, όχι όπως εσύ. Εσύ άγγιξες την τελειότητα σχεδόν. Α, δεν πειράζει. Έχετε και άλλα παιδιά. Είναι όμορφα και ταλαντούχα. Μπορούμε όλοι μαζί να προσποιηθούμε ότι εγώ πέθανα. Αλλά να βρείτε έναν αστείο λόγο για τον θάνατό μου. Κάτι σαν: “Της έφυγε το πιρούνι από τα δάχτυλα και το κατάπιε”. Ή ακόμη: “Γλίστρησε και το πόμολο της πόρτας καρφώθηκε στο μέτωπό της”. Τουλάχιστον να το διασκεδάσουμε.

Τελικά τι ήθελα να κάνω; Τι με ρωτάτε ακριβώς;

Α, κατάλαβα. Τα όνειρά μου. Είχα, ναι. Απλώς δεν τα θυμάμαι καλά πια. Δεν ήμουν καλή ως γιατρός; Ε, άρα δεν έχουμε λόγο τώρα να θυμόμαστε τα όνειρά μου. Σίγουρα θα ήταν ανοησίες. Εγώ έκανα καριέρα. Μα γιατί επιμένετε; Δε θυμάμαι, αλήθεια. Θα ήθελα πολύ να σας πω. Θα μαθαίνατε όσα αγνοήσατε για εμένα από πάντα. Δεν ήμουν απλή. Εγώ ήμουν δύσκολος χαρακτήρας, οπότε σας καταλαβαίνω. Είναι λογικό να σε απωθούν τέτοιοι χαρακτήρες. Έχεις τα δικά σου προβλήματα. Δε χρειάζεται να ασχολείσαι και με αυτό. Συμφωνώ απόλυτα. Θα μπορούσα να είχα κάνει τη ζωή σας πολύ πιο εύκολη αν απλά σας μιλούσα. Όμως, δε ξέρω γιατί, κάποτε άρχισα να αγνοώ πως είχα την ανάγκη να το κάνω. Ε, και κάποια στιγμή το ξέχασα εντελώς.

Αν σας αγαπώ; Εννοείται πως σας αγαπώ. Τελικά ό,τι και να γίνει δε μπορείς να σταματήσεις να αγαπάς τους ανθρώπους σου, το αίμα σου. Εξάλλου δε φταίτε εσείς. Οι άλλοι. Οι άλλοι φταίνε. Πάντα οι άλλοι. Και η κοινωνία των άλλων. Είμαστε μια μη ανθρώπινη, αποπροσανατολισμένη, γλοιώδης μάζα από… τίποτα. Βασικά, τίποτα. Κάπου χάνεις το πρόσωπό σου, όσο και αν προσπαθείς να το κρατήσεις, να το προστατεύσεις. Βλέπετε, γι’ αυτό φταίει η κοινωνία. Εμ…Ή μπορεί να φταίμε και εμείς οι ίδιοι τώρα που το σκέφτομαι. Στο κάτω κάτω πρέπει να δεχτείς κάτι για να σου επιβληθεί και να γίνει μάλιστα ο τρόπος με τον οποίο ζεις. Μάλλον… Ίσως… Δε ξέρω.

Φεύγετε; Ναι,καταλαβαίνω. Είναι λογικό, αφού περιμένετε κόσμο στο σπίτι. Όχι, δε θύμωσα. Να έρθετε ξανά σύντομα. Μ’ αρέσει να σας βλέπω.

Συγνώμη, τι; Αν σε θυμάμαι; Εεε, περίμενε λίγο σε παρακαλώ. Α, σωστά. Με συγχωρείς, ξεχνάω αρκετά εύκολα αυτές τις μέρες. Και βέβαια θυμάμαι. Εσύ ήσουν η καλύτερη φίλη μου. Είδες τους γονείς μου στην πόρτα; Όμορφοι δεν είναι; Με αγαπάνε πολύ ξέρεις. Μπορούσαν να είναι με φίλους τους όλη μέρα, αλλά την αφιέρωσαν σε εμένα και ήρθαν να με δουν. Ευτυχώς δεν τσακωθήκαμε.

Αν είμαι καλά; Ναι, καλά, μια χαρά, εσύ; Χαίρομαι. Όχι, χαίρομαι αλήθεια. Απομακρυνθήκαμε, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δε σε νοιάζομαι. Παντρεύτηκες; Αυτό είναι υπέροχο! Και περιμένεις ένα παιδί. Είναι νωρίς ακόμη ή μπορώ να ακούσω την κοιλίτσα σου; Ναι, σωστά, είναι πολύ νωρίς.

Μα τι λες τώρα. Δε σου κρατάω καμιά κακία. Εννοώ, έτσι δεν κάνουν οι άνθρωποι συνήθως; Μένουν με κάποιον για όσο τον χρειάζονται. Συνήθως μέσα στη μοναξιά σου είσαι πρόθυμος να κάνεις τα πάντα. Ή σχεδόν τα πάντα. Κάναμε μαζί ό,τι όλοι οι άνθρωποι. Ήσουν όμως πραγματική φίλη μου. Αλήθεια, το εννοώ. Με έκανες να αισθάνομαι χαρούμενη και γελούσαμε πολύ και συνέχεια. Εντάξει, μερικές φορές που σε χρειάστηκα δε μπόρεσες να είσαι εκεί. Αλλά είσαι άνθρωπος και εσύ. Είχες και τα δικά σου προβλήματα. Και τα προβλήματα του καθενός είναι σημαντικά για τον ίδιο. Δε μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει ένα πρόβλημα αντικειμενικά σημαντικό ή ασήμαντο. Συγνώμη; Ο πόλεμος στην Ανατολή, η πείνα και η φτώχεια; Ναι, εντάξει. Αλλά σε μια Ευρωπαϊκή χώρα αυτά τα προβλήματα δεν ισχύουν σε τόσο μεγάλο βαθμό. Πιο σημαντικό είναι για έναν Ευρωπαίο το αν η ομάδα του έχασε το ματς στο ποδόσφαιρο. Και είναι όντως ένα τρομακτικό πρόβλημα που οδηγεί πολλούς ακόμη και σε ακραία θλίψη.

Αν ειρωνεύομαι; Φυσικά. Το θέμα είναι όμως εσύ τι καταλαβαίνεις. Πώς περάσαμε από τα δικά μας στα προβλήματα του κόσμου; Καλό ερώτημα. Στο γενικό φάσμα των πραγμάτων εσύ και εγώ δεν είμαστε τίποτε άλλο πέρα από δύο μικροσκοπικά σωματίδια σκόνης σε ένα άπειρο σύμπαν. Παρ’ όλα αυτά συζητάμε ακόμη για τα δικά μας προβλήματα. Εμείς οι άνθρωποι έχουμε μια τάση να πιστεύουμε πως όλα γίνονται για εμάς. Πως όλα έχουν αφορμή εμάς, πορεία εμάς και κατάληξη εμάς. Όλα είναι πιο εύκολα αν απλώς παραδεχτείς ότι δεν υπάρχει τίποτα. Ότι δημιουργήθηκες για το τίποτα, ό,τι κάνεις δε θα σημαίνει τίποτα μετά από ένα δισεκατομμύριο χρόνια και θα οδηγηθείς τελικά, αναπόφευκτα στο τίποτα. Αν αυτό σημαίνει πως τελικά πρέπει απλά να μοιρολατρείς και να μην κάνεις όντως τίποτα; Όχι, απαραίτητα. Απλώς να καταλάβεις πως το σύμπαν έχει άλλον πυρήνα και αυτός δεν είσαι εσύ. Εσύ θα πάψεις να υπάρχεις. Οι άνθρωποι θα πάψουν να υπάρχουν, όπως οι δεινόσαυροι. Γιατί είναι νόμος πως απλώς πρέπει να υπάρξει κάποιο τέλος στα πάντα. Αλλιώς ακόμη και η αιώνια ύπαρξη τελικά τι νόημα θα είχε; Δε θα συνέβαινε τίποτε. Όλα θα υπήρχαν για πάντα και κανείς δε θα προσπαθούσε για τίποτα. Πάλι το τίποτα. Ενδιαφέρον το πώς επανέρχεται σα μοτίβο στα πάντα.

Με εμάς τελικά; Η δική μας κατάσταση είναι ξεκάθαρη. Είναι όπως σου εξήγησα και πριν. Στη μοναξιά του ο καθένας θα έκανε τα πάντα. Η αλήθεια είναι πως μισούμε τους εαυτούς μας. Δεν αντέχουμε να είμαστε μόνοι μας μαζί τους ούτε για ένα δευτερόλεπτο. Και όσοι τους αντέχουν και καυχιούνται ότι έχουν βρει τη φώτιση, ξέρουν πολύ καλά πως πάντα θα υπάρχει κάτι επάνω τους ή μέσα τους που θα τους αφήνει ανικανοποίητους. Τελικά όλα έχουν να κάνουν με το πόσο καλός ηθοποιός είσαι. Αν μπορείς να κρύψεις τη δυσαρέσκειά σου κερδίζεις. Αυτό είναι το υπέρτατο τηλεπαιχνίδι των σύγχρονων και εξελιγμένων κοινωνιών. Και τέλος πάντων, στις ανθρώπινες σχέσεις το θέμα είναι πόσα θα αντέξει ο άλλος. Να’ τος πάλι αυτός ο άλλος. Συνέχεια, αυτός ο άλλος. Και οι άλλοι.

Φεύγεις; Α, σωστά σε περιμένει ο άντρας σου. Ελπίζω να τα πηγαίνετε τέλεια. Θα μου λείψεις.

Γεια. Ήρθες. Δεν περίμενα να έρθεις. Γιατί; Δε ξέρω. Πίστευα μάλλον ότι δε θα σε ενδιέφερε. Εσύ πάντα είχες καλύτερα πράγματα τα κάνεις. Και ήσουν πάρα πολύ καλός σε ό,τι έκανες. Αν μου έλειψες; Πάντα μου λείπεις. Δε σταμάτησες ποτέ να μου λείπεις.

Δε ξέρω γιατί χωρίσαμε. Τσακωνόμασταν, αυτό θα έφταιγε. Δεν ταιριάζαμε και πολύ… Ε, και θέλαμε και διαφορετικά πράγματα. Δε θυμάμαι γιατί τσακωνόμασταν. Συνήθως δεν ήταν τίποτα σημαντικό. Πάντα έτσι δεν είναι με τις σχέσεις; Δε νομίζω πως ήμασταν μόνο εμείς. Δε σε άκουγα και δε με άκουγες. Το νόημα χανόταν πάντα. Είτε το χάναμε εμείς είτε χανόταν μόνο του. Πώς; Εμμ. Διαβάζοντας μέσα από τις γραμμές πάντα χάνεις κάτι. Νομίζεις πως τα καταλαβαίνεις όλα, αλλά τελικά δεν καταλαβαίνεις τίποτα.

Εντάξει, η αλήθεια είναι πως αρέσαμε και στους άλλους. Η ιδέα των δυό μας μαζί τους άρεσε βασικά. Λογικό, δεν είμασταν καθόλου άσχημοι μαζί. Ταιριάζαμε. Απλώς μάλλον αρχίσαμε να το πιστεύουμε και οι ίδιοι ενώ δεν ίσχυε στην πραγματικότητα. Αν σε αγάπησα ποτέ; Έτσι νομίζω. Δε ξέρω, έτσι αισθανόμουν. Όμως δε μπορώ να σου πω πως ξέρω πώς πρέπει να αισθάνεσαι όταν αγαπάς κάποιον. Μπορείς να στηριχθείς σε όσα σου λένε τα κλισέ. Πάντως εγώ πεταλούδες δεν ένιωσα ποτέ. Δε ξέρω καν τι σημαίνει αυτό. Εγώ αισθανόμουν κάτι ζεστό, εδώ στο κέντρο του σώματός μου. Ήταν πιο όμορφο από πεταλούδες. Ήταν σα φωλίτσα. Και μέσα υπήρχε ένα μικρό πλασματάκι που τρεφόταν και μεγάλωνε και όλο φούσκωνε από… εεε… δε ξέρω από τι. Δε βγάζω νόημα; Ναι, το καταλαβαίνω. Όλα όμως τα έχουν φτιάξει οι άνθρωποι. Όλα είναι ένα κοινωνικό συμβόλαιο. Οι λέξεις και οι σημασίες τους, τα πράγματα, ακόμη και τα συναισθήματα. Πώς γίνεται όμως να αναγνωρίζεις κάτι αν δεν το έχεις ξανανιώσει ποτέ; Και πώς γίνεται να το προσδιορίζουν όλοι οι άλλοι; Αφού δε ζουν στο σώμα σου. Δε ξέρουν πώς αισθάνεσαι. Μόνο μαντεύουν. Απλώς έφτιαξα κάτι εντελώς καινούργιο μόλις τώρα. Δε ξέρω. Έτσι μπορώ να το εξηγήσω εγώ. Άλλον τρόπο δεν έχω.

Αυτό να μην το ξαναπείς. Να μην το ξαναπείς ποτέ. Αν με αγαπούσες, ή αν ξέραμε πώς είναι να αγαπάμε ο ένας τον άλλον, τα πράγματα θα είχαν εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά. Πώς δηλαδή; Δε ξέρω. Ίσως να είχαμε καλό τέλος όπως στις ταινίες ή στα βιβλία. Αλλά πάλι δε θα μπορούσαμε να το ξέρουμε. Αφού, είπαμε… Δεν έχουμε ιδέα τι ακριβώς σημαίνει να αγαπάς τον άλλον. Εννοείται πως είναι διαφορετικά για τους άντρες και τις γυναίκες. Οι γυναίκες είναι ανόητες στην πεποίθησή τους πως βρίσκουν έναν πρίγκιπα κάθε φορά που ερωτεύονται. Γι’ αυτό δημιουργούνται παρεξηγήσεις. Ο άλλος δεν υπογράφει κανένα συμβόλαιο, αλλά εκείνες επιμένουν σε αυτήν τη γελοία πεποίθηση. Τους ανήκει, τις αγαπάει, απαγορεύεται να απομακρυνθεί απο κοντά τους όταν περπατούν μαζί έξω, αν δεν απαντάει στο τηλέφωνο τις απατάει. Υπεραναλύουν τα πάντα και στο τέλος τρελαίνουν και τον άλλον μαζί με τους εαυτούς τους.

Αν τις κατηγορώ; Όχι, απαραίτητα. Απλώς σχολιάζω μια συνήθη συμπεριφορά τους. Δεν είναι όλες έτσι. Δε μπορεί να είναι. Εγώ; Εγώ εννοείται πως είμαι ακριβώς έτσι. Γιατί νομίζεις πως δε δούλεψε αυτό που είχαμε; Βέβαια, τουλάχιστον εκείνες προσπαθούν. Το παλεύουν μέχρι το τέλος. Σκέφτονται αρκετά τον άλλο.Τον νοιάζονται μέχρι αηδίας. Οι άντρες είναι ασφαλείς μέσα στην αλάνθαστη λογική τους. Ποτέ δεν τους απογοητεύει το αιώνιο “Ένα και ένα κάνει δύο”. Η ελευθερία τους συνήθως είναι το πιο σημαντικό πράγμα που έχουν.

Αν κατηγορώ τους άντρες τώρα; Δεν καταλαβαίνεις. Μη νομίζεις πως σε κατηγορώ. Άλλη μια παρεξήγηση. Δε θέλω να τσακωθώ μαζί σου, ειδικά τώρα. Εννοώ, όλα αυτά είναι πια στο παρελθόν. Εγώ θα σε κρατήσω σαν μια υπέροχη ανάμνηση. Είσαι κάτι σαν μια ζεστή κουβέρτα σε πολύ κρύες χειμωνιάτικες νύχτες. Αυτό αγαπώ σε εσένα. Μια ιδέα που έχω για εσένα, δηλαδή. Αυτό δεν αγαπούσες και εσύ; Γι’ αυτό επέμενες. Ήταν ωραίες οι ιδέες που είχαμε ο ένας για τον άλλον. Μακάρι να μην είχαμε ξυπνήσει ποτέ. Μερικοί δεν ξυπνούν. Πιστεύεις πως αυτοί είναι ευτυχισμένοι;

Πρέπει να φύγεις και εσύ, ε; Μπορείς να μη φύγεις; Πειράζει αν καθυστερήσεις λίγο; Και βέβαια πειράζει. Δε ξέρω, απλώς πάντοτε όταν έφευγες άφηνες μια γλυκόπικρη αίσθηση. Ξέχνα αυτό που είπα. Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Πάντα μπορούσες. Έτσι είναι η αγάπη. Δε ζητάει. Χωρίς εγωισμούς και απαιτήσεις, αυτή είναι η μορφή που της έχουν δώσει… οι άλλοι πάλι.

Πωπω, ήρθατε να με δείτε; Ειλικρινά δεν έπρεπε. Α, ευχαριστώ πολύ. Δεν έπρεπε να ξοδευτείτε. Πώς είναι τα πράγματα στη δουλειά; Εεε… λογικά θα βγω σύντομα από εδώ. Δε με θεωρούν επικίνδυνη ή κάτι. Βασικά, δε ξέρω. Μπορεί να μη βγω και ποτέ. Οι άλλοι θα αποφασίσουν. Πρέπει να δουν αν είμαι επικίνδυνη για τον εαυτό μου. Οπότε δε ξέρω καθόλου. Όσο για τη δουλειά εννοείται πως θα γυρίσω! Δε συμφέρει να είσαι άπορος στον αιώνα μας. Κανείς δεν πρόκειται να σε βοηθήσει. Είναι σα να παύεις να υπάρχεις στην κοινωνία και, κατ’ επέκτασιν, στον κόσμο όλο. Αφήστε που έχω τόσα πράγματα να φροντίσω. Ποια πράγματα; Εεε… Μισό λεπτό…

Α! Το σπίτι μου βέβαια. Το έχω φτιάξει υπέροχο. Όπως πρέπει να είναι κάθε όμορφο μεσοαστικό σπίτι. Έχω τόσα πράγματα. Και φυσικά πάντοτε θέλω καινούργια ρούχα. Είμαι γυναίκα εξάλλου. Και να μην τα θέλω τα χρειάζομαι.

Συγνώμη; Πώς θα γυρίσω αν δε βγω ποτέ από εδώ… Δεν το έχω σκεφτεί. Κάτι θα σκαρφιστώ υποθέτω. Α, ναι. Καταλαβαίνω απόλυτα. Είναι καλός ο κύριος που πήρε τη θέση μου; Ωραία, ωραία.

Ναι, το ξέρω. Αφού ήδη μου ζητήσατε να γυρίσω. Βέβαια είναι προσωρινό. Αν ήμουν ευχαριστημένη;

Δε ξέρω. Δε νομίζω πως έχεις την πολυτέλεια να είσαι ευχαριστημένος με τη δουλειά σου. Αν θέλετε να μιλήσουμε ειλικρινά, κάθε μέρα που ερχόμουν ήθελα να πάρω ένα νυστέρι και να… Τέλος, πάντων, όχι δε μπορώ να πω ότι ήμουν ευχαριστημένη. Όμως δε φταίτε εσείς. Αλήθεια! Ήσασταν υπόδειγμα αφεντικού. Βέβαια, καμιά φορά ήταν άβολο το πώς ερχόσασταν πολύ κοντά μας. Ήταν περίεργο, μόνο εμείς το καταλαβαίναμε, οι άντρες συνάδελφοι δεν είπαν ποτέ κάτι τέτοιο. Δεν είναι καθόλου κακό όμως να έχεις οικειότητα με τους υπαλλήλους σου. Τότε γιατί; Δεν είμαι σίγουρη. Νομίζω απλά πως αυτό δεν ήταν αυτό που ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Βρίσκω παρηγοριά στο ότι δεν είμαι η μόνη. Νομίζω πως πρέπει να είσαι κάποιο ιδιαίτερο είδος τρελού για να προσπαθήσεις να ασχοληθείς με αυτό που πραγματικά σε κάνει χαρούμενο. Συνήθως εκείνες οι δουλειές δεν προσφέρουν τα απαραίτητα χρήματα. Και πάντοτε θέλουμε περισσότερα. Δεν είμαστε ποτέ ευχαριστημένοι, ακόμη και αν χαιρόμαστε που κάνουμε αυτό που θέλουμε στη ζωή μας.

Όχι, και βέβαια όχι. Δε μπορούσα να κάνω αυτό που ήθελα. Στο κάτω κάτω οι άλλοι είχαν δίκιο. Ήταν καλύτερο να επικεντρωθώ σε κάτι που θα με εξασφάλιζε και δεν απογοητεύτηκα. Χμμμ… Τι ήθελα να κάνω; Μισό, το έχω εδώ στην άκρη των χειλιών μου… Δε θυμάμαι.

Φεύγετε; Μάλιστα, μάλιστα. Και πάλι ευχαριστώ για την επίσκεψη, πολύ ευγενικό. Θα σας δω σύντομα.

Είστε στην ώρα σας όπως πάντα. Αχ, μήπως μπορούμε να μην κάνουμε αυτήν την εξέταση σήμερα; Αισθάνομαι εξουθενωμένη. Α, όχι, γενικά είμαι χαρούμενη. Ήρθε πολύς κόσμος να με δει σήμερα! Ε; Δεν είδατε κανέναν; Λογικά δε θα τους προλάβατε. Φύγαν όλοι νωρίς. Σήμερα είμαι καλύτερα. Νομίζω πως βελτιώνομαι.

Χαίρομαι που συμφωνείτε. Τελικά ποιό ήταν το πρόβλημα; Δε ξέρω, εσείς δεν είστε ο γιατρός μου; Εσείς πρέπει να ξέρετε την απάντηση σε αυτό. Ναι, αλλά αν δε θέλω να το βρω και μόνη μου; Δεν αντέχω άλλο. Έχω μια σκοτεινή γωνία στο μυαλό μου και αόρατα χέρια την ανακατώνουν συνεχώς. Θα πίστευες πως η μαυρίλα είναι κάτι ενιαίο, αλλά αυτή ξεχωρίζει σε κομμάτια. Πώς διακρίνεις κομμάτια στη μαυρίλα; Δε ξέρω ποιο από όλα τους είναι το πρόβλημα. Όλα και κανένα μαζί. Κάτι μου τραβάει τον εγκέφαλο προς κατευθύνσεις που δε θέλει να πάει.

Σταμάτα να με ρωτάς πια! Ξέρω ποιο είναι το πρόβλημα! Ξέρω πολύ καλά όπως ξέρεις και εσύ και όπως ξέρουν όλοι. Αυτοί οι άλλοι φταίνε. Ναι, ναι, οι άλλοι, πάντα οι άλλοι. Ποτέ εγώ, ποτέ εσύ. Οι άλλοι και το βλέμμα τους. Η τυραννία του βλέμματος των άλλων. Κάποιος θεωρητικός το είχε πει αυτό. Ή ίσως ήταν περισσότεροι. Ποτέ δε μπορώ να θυμηθώ. Αλλά δε βρέθηκε ένας τους να πει πως το βλέμμα των άλλων μπορεί να σε τρελάνει; Να σε αλλάξει, να σε τσαλακώσει τόσο ώστε να μην είσαι πια εσύ. Σε τέτοιο βαθμό που πνίγεσαι και τρελαίνεσαι απλώς γιατί δε μπορείς να κάνεις διαφορετικά. Εγώ δεν ήθελα να είμαι τέλεια, ποτέ δεν το ήθελα. Οι άλλοι με έκαναν. Με ανάγκασαν. Τους βλέπεις να σε βλέπουν και ξέρεις ότι δε βλέπουν εσένα. Βλέπουν όσα περιμένουν από εσένα, όσα θέλουν από εσένα, όσα δημιούργησαν για εσένα.

Μα δε φταίει η κοινωνία, δε φταίνε οι άλλοι, το ξέρω. Έχει να κάνει με το πόση δύναμη δίνουμε στους άλλους. Αν χάσεις το όνομά σου χάνεις την ταυτότητά σου. Αν χάσεις τα ρούχα σου χάνεις την αυτοπεποίθησή σου. Αν χάσεις τον εαυτό σου; Αν σου τον κλέψει το βλέμμα των άλλων; Τότε τί; Παύεις να υπάρχεις; Γίνεσαι κάποιος άλλος; Και ο άλλος που ήσουν πριν; Κλαίει σε μια γωνιά απαρηγόρητος; Οι άλλοι σε βλέπουν γίγαντα. Και αν σταθείς ένα σκαλί πιο κάτω είσαι ξαφνικά ένα μικρό κλωνάρι στάχυ. Όχι, καμία διαφορά ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες. Αν ήμουν άντρας το ίδιο θα σου έλεγα. Τις πράξεις σου όλες, τις επαίσχυντες και τις καλές, τις καθορίζει το βλέμμα των άλλων. Τίποτα δεν κάνεις για τον εαυτό σου. Και αν προσπαθήσεις να γίνεις διαφορετικός από τους άλλους, γρήγορα θα μπεις και εσύ στη θέση σου. Προσπαθώντας να ξεφύγεις τους μοιάζεις περισσότερο μόνο. Και γίνεσαι ο αστείος παλιάτσος τους, γιατί τόλμησες να ονειρευτείς παρακάτω.

Συγνώμη, δε σας άκουσα. Είπατε κάτι; Εεε… Δε μπορώ να επαναλάβω. Δε θα ήταν σημαντικό. Κάποιος μου είπε κάποτε πως αν ξεχάσεις αυτό που ήθελες να πεις θα ήταν ψέματα. Βεβαίως να με ρωτήσετε ό,τι θέλετε. Τελικά ποια είμαι εγώ; Δε ξέρω…

Οι άλλοι τι λένε;»