Και τον χειμώνα, κάπου γύρω στις 6 η αυλαία κλείνει για εμάς. Ο ήλιος έχει δύσει πια, καθώς το σκοτάδι διαχέεται στην ατμόσφαιρα. Η νύχτα μας αγκάλιασε ξανά. Κάποιοι φαίνονται ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι, αφού τη νύχτα τη λατρεύουν. Λένε πως εντοπίζουν μέσα της ένα μυστήριο, μια ομορφιά που το πρωί καλύπτεται από το εκτυφλωτικό φως του ήλιου. Μια αρμονική προσέγγιση του θυμικού λόγω της απομάκρυνσης από τη λογική μας. Γι’  αυτό κι εμείς οι λιγότερο εκδηλωτικοί φαίνεται πως μιλάμε πιο εύκολα ακούγοντας το τραγούδι του σεληνόφωτος δίπλα σε μια θάλασσα λουσμένη στη φεγγαρόσκονη. Κάθε νύχτα η γη μας γίνεται και πάλι μαγική. Μα δεν πρόκειται μόνο για τα πεφταστέρια.

Καθώς η μέρα βαδίζει προς το τέλος της, το κίτρινο συγχέεται με το ροζ, το μοβ και το πορτοκαλί δημιουργώντας έναν σχεδόν τέλειο καμβά πάνω στο γαλάζιο ισορροπημένο χάος, που έχουμε την τύχη να αποκαλούμε ουρανό μας. Ο ουρανός μας έχει γίνει τώρα μπλε. Το φως σταδιακά χάνεται από τον ορίζοντα και δεν μπορούμε πια να δούμε. Μα όταν η αίσθηση της όρασης θα έχει φθαρεί, τότε θα αγγίζουμε πιο δυνατά, οι αγκαλιές μας ίσως να είναι πιο σφιχτές, τόσο που να δείχνουν πόσο έντονα αγαπάμε. Μα δεν μπορούμε να το πούμε. Κι ίσως πάλι να ακούμε με λίγη παραπάνω προσοχή την ιστορία τους, να νοιώθουμε πιο βαθιά τη μουσική. Ίσως το φιλί μας να έχει μεγαλύτερη διάρκεια, για να γευτούμε κάθε λεπτομέρεια που μας ξέφυγε νωρίτερα, στην προσπάθεια μας να τα δούμε όλα, μήπως και χάναμε τον έλεγχο κατάλαβες; Και στην προσπάθεια να κυριεύσουμε τον κόσμο παρατηρώντας, αμελήσαμε τα τριαντάφυλλα στο γειτονικό σπίτι. Πόσο όμορφα μύριζαν εκείνο το βράδυ που μπήκες κλεφτά να πάρεις μια δόση ονείρου πριν αφεθείς στο νυχτερινό ταξίδι προς τη φαντασία.

Που πήγε όμως το φως που χάθηκε; Το φως τη φύσης, του ανέμου, εδάφους, του ουρανού. Στον «Αλχημιστή», ο Πάουλο Κοέλιο τονίζει συχνά πως τα πάντα αποτελούν ένα και μοναδικό πράγμα. Είσαι κι εσύ ένα με το νερό, το χώμα, τις ακτίνες που διαπερνούν τη θάλασσα και εξαφανίζονται στην άβυσσο. Το ίδιο συμβαίνει και με το φως. Μόνο που τη μέρα, ο ήλιος υπερισχύει γιατί ξεχνάς να τον ανταγωνιστείς. Βουτάς τόσο βαθιά στο καθημερινό παιχνίδι των υποχρεώσεων, ώστε σταδιακά να χάνεις το φως που υπάρχει μέσα σου. Κι όταν η νύχτα φτάσει, τότε θα το θυμηθείς ξανά. Το φεγγάρι δεν μπορεί να σε τυφλώσει, μα μονάχα να σε οδηγήσει. Αν ακολουθήσεις το μονοπάτι που γράφτηκε αποκλειστικά για σένα, θα μάθεις πως το μαγικό φως που εκπέμπει ο ήλιος το πρωί βρίσκεται μέσα σου ακόμα και τη νύχτα. Μάλλον σε αυτό υπερισχύεις. Αρκεί βέβαια να το καταλάβεις. Μα να προσέχεις μην μπερδέψεις τα μονοπάτια κι οδηγηθείς αλλού, στο παραμύθι ενός άλλου ήρωα, που έμαθε με το φως του να τυφλώνει τον κόσμο γύρω του μέχρι που μια μέρα τον τύλιξε το απόλυτο σκοτάδι. Κι έτσι έμεινε για πολύ καιρό. Γύρισε ολόκληρη τη γη αναζητώντας μια ακτίνα τόσο δυνατή που θα του έδινε λίγο από το φως της. Ώσπου  μια μέρα αποφάσισε να κοιτάξει μέσα του. Όλα όσα έψαχνε βρίσκονταν πάντα εκεί. Χρειαζόταν μόνο να σταματήσει να στρέφει το βλέμμα του ψηλά στα σύννεφα και κάποια στιγμή να δει πιο χαμηλά. Αυτά που έμοιαζαν υποδεέστερα έγιναν τώρα η ουσία του εαυτού του.