Πέντε χρόνια μετά το “Όνειρο του Οδυσσέα” , τον Νοέμβριο κυκλοφόρησε το νέο μυθιστόρημα ¨Πόλη χωρίς Θεούς” του Μάκη Καραγιάννη. Με το μυθιστόρημα αυτό ο αναγνώστης γνωρίζει ένα τόσο άγνωστο αλλά και ταυτόχρονα τόσο κοντινό κόσμο, τον κόσμο όλων εκείνων των ανθρώπων που έχασαν όλα τα υπάρχοντά τους όμως διατηρούν την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά τους. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που έχει ως κεντρικό θέμα την ελληνική κοινωνία την οποία χαρακτηρίζουν η διαφθορά, η οικονομική κρίση, η κρίση που βιώνει ο θεσμός της οικογένειας και γενικότερα η κρίση αξιών. Παράλληλα ο συγγραφέας επιχειρεί να δημιουργήσει ένα είδος βιογραφίας του κεντρικού του ήρωα. Αποτυπώνεται με τον καλύτερο τρόπο η σύγχρονη ελληνική κοινωνική πραγματικότητα.
Πιο συγκεκριμένα, η αφήγηση, η οποία είναι αποστασιοποιημένη από την δράση των κεντρικών ηρώων, ξεκινά από κάποια γεγονότα όταν πια η επιχείρηση του κεντρικού ήρωα, του Ξενοφώντα Κάπα, παύει να είναι βιώσιμη. Τότε ο βασικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος έρχεται αντιμέτωπος με αρκετά εμπόδια, όπως η μη αποπληρωμή ακάλυπτων επιταγών των πελατών και των συνεργατών του, ο κίνδυνος κατάσχεσης της μικρής βιοτεχνίας ρούχων ακόμη και του σπιτιού του το οποίο είχε βάλει ως υποθήκη για να πάρει κάποιο δάνειο με σκοπό να εξελιχθεί επιχειρηματικά. Επιπλέον έχει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που χαρακτηρίζουν την σχέση του με την σύζυγό του, Νόρα και την κόρη του, η οποία απομακρύνεται όλο ένα και περισσότερο από την πατρική της εστία. Αυτά τα πρόσωπα βιώνουν τις συνέπειες μιας γενικευμένης κρίσης . Αυτή η κρίση αποτελεί ένα γεγονός σταθμό που σηματοδοτεί πολλές εξελίξεις στην πλοκή του έργου.
Όλα αυτά τα εμπόδια δεν μπόρεσε να τα ξεπεράσει. Το κεντρικό πρόσωπο του έργου βλέπει την ζωή του να χάνει την ισορροπία της, χάνει το σπίτι, την οικογένεια και την επιχείρηση του. Είναι πλέον ανέστιος, ζει σε μια πόλη όπου κανένας δεν φροντίζει και δεν νοιάζεται για τους άστεγους και τους μετανάστες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν πολύ επικίνδυνες συνθήκες επιβίωσης. Με αυτό τον τρόπο γινόμαστε μάρτυρες μιας μετάβασης από μια περίοδο σε μια άλλη πολύ διαφορετική περίοδο για την ζωή του Ξενοφώντα Κάπα. Παρ΄ όλα αυτά παρατηρούμε και την ανθρώπινη πτυχή του ζητήματος αυτού κυρίως από την αλληλεγγύη που έχουν κάποιοι άστεγοι μεταξύ τους.
Οι ήρωες βιώνουν τα ισχυρά συναισθήματα, της απόγνωσης, της απώλειας, του κενού, νιώθουν πως γκρεμίζεται ο κόσμος τους, ένας κόσμος που οικοδομούσαν χρόνια, πρέπει όμως να προσαρμοστούν στις συνθήκες που ορίζουν τα νέα δεδομένα στην ζωή τους. Τελικά πως οι ήρωες του έργου θα αντιμετωπίσουν αυτά τα εμπόδια, τι αντίκτυπο θα έχουν στην υπόλοιπη ζωή τους;
“Το πρόβλημα του άστεγου είναι ο χρόνος. Δεν περνά. Όπως είσαι ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο, κοιτάς τα παπούτσια των περαστικών.”
“Κάποια μάτια έλαμπαν φευγαλέα στο σκοτάδι. Του φάνηκε ότι άκουσε βήματα. Ήταν επικίνδυνο να γυρίζει νύχτα και μόνος σε αυτά τα μέρη. Μικρές σταγονίτσες άρχισαν να σχηματίζονται στις παλάμες του. Σκούπισε το μέτωπο με το μανίκι. Είχε λαχανιάσει. Μια ριπή αέρα τον έκανε να σταματήσει. Πήρε βαθιά αναπνοή και κοίταξε στο βάθος του δρόμου.”