Πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο της Πηνελόπης Κουρτζή από τις εκδόσεις Ψυχογιός με τίτλο «δεκατρία μπαλώματα». Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που αναδεικνύει με τρόπο πρωτότυπο το ζήτημα της ταυτότητας, για το οποίο η ηρωίδα αγωνίζεται με αποφασιστικότητα μέχρι να την αποκτήσει. Παράλληλα, προβάλλονται οι ανατροπές, οι δυσκολίες, τα εμπόδια που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη ζωή.
Η Νόρα, ο βασικός χαρακτήρας της ιστορίας και νόθα κόρη του εύπορου Μιχαήλου Χιωτέλλη αρχικά έχει να αντιμετωπίσει την εχθρική συμπεριφορά του θετού αδερφού της, του Στρατή, τον οποίο απέκτησε ο πατέρας της από τον γάμο του με την Άννα, η οποία είχε πεθάνει. Η ηρωίδα παλεύει να γιατρέψει πληγές της ψυχής της. Οι πληγές αυτές έχουν ως πηγές τους την έννοια της νόθας κόρης, της ορφάνιας, ενός γάμου από προξενείο, ενός έρωτα που αποδείχθηκε προδοσία. Το κλειδί της ιστορίας είναι η λέξη «μπάλωμα», ο τρόπος που η ίδια επινόησε για να αντιμετωπίσει τον φόβο, το πένθος και όλες τις θλιβερές στιγμές της ζωής της, στιγμές οι οποίες δεν χαρακτηρίζονται λίγες.
«Μικρή μου, να θυμάσαι πάντα∙ το μπάλωμα όταν γίνεται δεν ξεγίνεται. Κοίτα, όμως, σαν καινούργιο δείχνει. Το μπάλωμα είναι τέχνη».
«Και τι ακριβώς σημαίνει μπάλωμα; Και γιατί να μην αγοράσεις καινούργιο; Αφού έχετε τόσους παράδες», απορούσε η Νόρα.
«Μπάλωμα είναι η επιδιόρθωση ενός πράγματος που χάλασε, αλλά δε θες να το αποχωριστείς ή δε γίνεται να το αποχωριστείς. Το μπάλωμα είναι τέχνη, μικρή μου. Είναι χάρισμα ∙ να μπορείς να αλλάζεις κάτι που είναι πια παλιό ή ελαττωματικό και να το φτιάχνεις πάλι ώστε να σου αρέσει».
Στο έργο φιλοτεχνείτε ο καμβάς της κοινωνίας της Μυτιλήνης στα μέσα του 1880. Η συγγραφέας διαχειρίζεται με δεξιοτεχνία εκείνη την εποχή αφού υπάρχουν αναφορές σε γεγονότα και παραδόσεις που μεταφέρουν τον αναγνώστη στο κλίμα εκείνης της χρονικής περιόδου. Παρά το γεγονός ότι ο αφηγητής είναι αποστασιοποιημένος, ο αναγνώστης συμπάσχει με τα βιώματα και τα ισχυρά συναισθήματα της Νόρας. Κάτι που δημιουργεί μια σχέση οικειότητας μεταξύ ήρωα και αναγνώστη. Σε αυτό συμβάλλει και η ρεαλιστική γραφή του βιβλίου, οι γλαφυρές και ολοζώντανες περιγραφές.
Ο Στρατής είχε τον τρόπο του να τονίσει, παρά την παρουσία της στο σπίτι, την απουσία της. Όλοι τής φέρονταν σχεδόν σαν να ήταν αόρατη. Όχι ανεπιθύμητη. Αόρατη, αδιάφορη, και αυτό πονάει πιο πολύ. ‘Ήξερε η Νόρα να συγκρίνει τα συναισθήματα. Γιατί είχε ζήσει ως ανεπιθύμητη σε αυτό το σπίτι, και το αόρατη δεν ήταν πρόοδος, παρόλο που προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό της για το αντίθετο. Έτσι, το μπάλωσε και αυτό.
Εν κατακλείδι, κάτι που καθιστά μοναδική την αφήγηση είναι το γεγονός πως στις αρχικές σελίδες του βιβλίου γίνεται αναφορά σε ορισμένα στοιχεία που ανήκουν στην λύση του μύθου πολλαπλασιάζοντας την αγωνία. Η ανάγνωση του μυθιστορήματος «δεκατρία μπαλώματα της Πηνελόπης Κουρτζή είναι ευχάριστη χωρίς να στερείται από ενδιαφέρον για τις εξελίξεις της ιστορίας με ανατροπές που ξαφνιάζουν ακόμη και τον πιο υποψιασμένο αναγνώστη. Εξαιρετικό.