H Ζαχαρούλα Κληματσάκη με αφορμή την αυριανή της live εμφάνιση με το Γιώργο Περού στα Εξάρχεια και την επιτυχία, που γνώρισε η πρόσφατη κυκλοφορία της διασκευής του ρεμπέτικου τραγουδιού “Δώσ’ του νάνι νάνι”, δέχτηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις μας.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Χανιά. Έχει σπουδάσει υποκριτική στην
Ανωτέρα Δραματική Σχολή Βεάκη. Παράλληλα, έχει σπουδάσει πιάνο και σαξόφωνο, ενώ έχει παρακολουθήσει μαθήματα φωνητικής κλασσικού και σύγχρονου τραγουδιού.
Γεια σου Ζαχαρούλα. Εξήγησε μας πώς ξεκίνησε η σχέση σου με τη μουσική. Ένιωθες από μικρή την ανάγκη να εκφραστείς μέσα από αυτή ή ήταν κάτι, που ήρθε στην πορεία;
Τα πρώτα μου μουσικά ερεθίσματα τα δέχθηκα από το οικογενειακό μου περιβάλλον. Από μικρή ακούγοντας τη μητέρα μου να τραγουδάει στο σπίτι, προσπαθούσα κι εγώ να τη «συνοδεύσω». Τραγουδούσα και χόρευα συνέχεια. Σε μικρή ηλικία ακόμα, μπήκε στη ζωή μου το πιάνο. Συμμετείχα σε πολλές μουσικές εκδηλώσεις. Η ανάγκη μου για έκφραση, όμως, δε σταμάτησε εκεί. Ξεκίνησα να γράφω στιχάκια και ποιήματα, τα οποία -αν σκεφτεί κανείς το νεαρό της ηλικίας μου, τότε- νομίζω ότι βρίσκονταν σε ένα πολύ ικανοποιητικό επίπεδο.
Βέβαια, αν με ρωτάς τώρα, δε νομίζω να κυκλοφορούσα κάτι από αυτά. Ανήκουν σε μία άλλη φάση της ζωής μου, σε μία έφηβη Ζαχαρούλα και εκφράζουν εκείνη. Φυσικά, όμως, αν βρω κάποιο στίχο, ο οποίος με αγγίζει και τώρα και συνάδει με την Ζαχαρούλα του παρόντος, θα τον χρησιμοποιήσω. Φαντάζομαι, λοιπόν, ότι η σχέση μου με τη μουσική και η ανάγκη έκφρασης μου μέσα από αυτή υπήρχαν από πάντα σχεδόν και συνεχίζουν εώς και σήμερα.
Υπήρξαν αντιδράσεις, όταν αποφάσισες να ασχοληθείς πιο επαγγελματικά με την υποκριτική και το τραγούδι;
Ευτυχώς όχι. Σίγουρα οι γονείς μου αγχώθηκαν για εμένα, έχοντας στο μυαλό τους ότι το να υπηρετεί κανείς την τέχνη, πλέον, στην Ελλάδα επιφέρει μερικές δυσκολίες. Γνωρίζεις από την αρχή ότι θα υπάρξουν περιόδοι που θα σού χτυπήσουν την πόρτα πολλές επαγγελματικές ευκαιρίες, αλλά δυστυχώς μπορεί να υπάρξουν και χρονικά διαστήματα πιο «κενά» για τον καλλιτέχνη. Παρ’ όλο, λοιπόν, που στεναχωρήθηκαν με το γεγονός ότι εγκατέλειψα τις σπουδές μου για να αφοσιωθώ στην τέχνη του θεάτρου και του τραγουδιού, δε μου έκοψαν ποτέ τα φτερά. Αντιθέτως, με στήριξαν πάρα πολύ, όπως και οι φίλοι μου. Υπήρξαν συνοδοιπόροι μου σε αυτό το ταξίδι και στάθηκαν δίπλα μου με μεγάλη κατανόηση, αφού έβλεπαν πόσο πολύ αγαπώ αυτό, που κάνω. Να φανταστείς, ότι μέχρι και σήμερα, ενθουσιάζονται στον ίδιο βαθμό, όπως και τότε, μόλις τους ανακοινώσω κάποια live εμφάνιση μου.
Ποια ήταν η πρώτη σου δισκογραφική δουλειά; Μίλησε μας για την πορεία σου ως εδώ.
Η πρώτη μου δισκογραφική δουλειά ήταν πριν επτά χρόνια, σε συνεργασία με το Στάθη Δρογώση (Antelma Music). Πρόκειται για μία ψηφιακή συλλογή 5 συνολικά τραγουδιών, σε μουσική του Σπύρου Πρατίλα και στίχους του Νικόλα Φραγκιουδάκη. Θα ήθελα, φυσικά, να ευχαριστήσω τα παιδιά και ως συνεργάτες, αλλά πρώτα ως φίλους μου για την στήριξη τους! Μετέπειτα, έκανα αρκετές ανεξάρτητες παραγωγές. Αυτό τον καιρό βρίσκομαι στην εταιρία του Μίλτου Καρατζά ( Final Touch – Label της Walnut Entertainment ), μέσω της οποίας κυκλοφόρησα μια διασκευή του τραγουδιού «To καινούριο τ’ αγοράκι μου» και το πιο πρόσφατο single μου, το «Δωσ’ του νάνι νάνι».
Σε βλέπουμε να δοκιμάζεις πολύ πρωτότυπες διασκευές πάνω σε κλασσικά ρεμπέτικα τραγούδια με μεγάλη επιτυχία. Υπάρχει κάτι που σε οδηγεί να επιλέξεις αυτή τη μουσική; Θες να μας μιλήσεις για το concept, που πραγματεύεται το νέο σου κομμάτι «Δώσ’ του νάνι νάνι» ;
Ανέκαθεν, όπως σου είπα προηγουμένως, το σπίτι μου ήταν γεμάτο μουσική. Από μικρή, λοιπόν, είχα πολλά ρεμπέτικα ακούσματα από τους γονείς μου, καθώς αυτό το ρεπερτόριο προτιμούσαν, αλλά και έντεχνα. Μέσα από τη διασκευή του «Δώσ’ του νάνι νάνι», με το Γιώργο Περού να αναλαμβάνει την ενορχήστρωση, προσπαθούμε στην ουσία να ενώσουμε δύο εποχές. Διαλέξαμε λοιπόν ένα κλασσικό και αγαπημένο ρεμπέτικο τραγούδι, το οποίο πρωτοακούστηκε από τη Μαρίκα Νίνου κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’50 και τού δώσαμε μια σύγχρονη πνοή. Ταιριάζει περισσότερο στη σημερινή εποχή.
Θεωρώ ότι και αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό προνόμιο, που δίνεται στον καλλιτέχνη, η ευκαιρία του να μετατρέψει ένα παλιό κλασσικκό έργο (είτε μουσικό, είτε θεατρικό κλπ.) σε κάτι διαχρονικό, δίνοντας τού στοιχεία της δικής του εποχής. Το θέμα του τραγουδιού αφορά έναν άντρα, ο οποίος παραδίνεται εντελώς στα χέρια της γυναίκας του, η οποία τον νανουρίζει. Κατά τον ύπνο του, η σχέση τους περνάει απ’ όλα τα επίπεδα, με τη γυναίκα να ενσαρκώνει στο τέλος τη μητρική φιγούρα και ο άντρας το παιδί, που αποκοιμήθηκε στα χέρια της.
Πέρα από τις πιο πρόσφατες επιτυχίες σου, σε ακούσαμε και στο τραγούδι «Το Δείπνο» πριν από περίπου ένα χρόνο. Μάλιστα, βλέπουμε ότι έχεις γράψει η ίδια τους στίχους και αναφέρεσαι σε ένα θανάσιμο αμάρτημα, τη λαιμαργία. Πρόκειται να συνεχίσεις το project και με τα υπόλοιπα 6 αμαρτήματα;
Το «Δείπνο» κυκλοφόρησε πέρυσι σε μουσική του Nick Ottomo Angloupas και όπως σωστά είπες, οι στίχοι είναι δικοί μου. Πρόκειται για το πρώτο εγχείρημα ενός project, που είχα στο μυαλό μου για πολύ καιρό και πραγματεύεται το αμάρτημα της λαιμαργίας, περιγράφοντας ένα σκηνικό, όπου ένα κορίτσι καλεί το αγόρι της σε γεύμα και στο τέλος, το τρώει! Έχω σκοπό να καλύψω και τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, κυκλοφορόντας ανά διαστήματα και από ένα σχετικό τραγούδι για το κάθε ένα, ώστε να βγει ως αποτέλεσμα μια ολοκληρωμένη δουλειά με αρχή, μέση και τέλος. Θεωρώ ότι κανένας μας δεν είναι αναμάρτητος. Όλοι ως άνθρωποι έχουμε τις αδυναμίες μας, άρα και ο καθένας θα ταυτιστεί με κάποιο από τα επτά.
Ποιοι είναι οι λόγοι, που θα σε έκαναν να αρνηθείς να ερμηνεύσεις κάποιο τραγούδι;
Χωρίς φυσικά να θέλω να «σνομπάρω» κανέναν, έχω φτάσει σε ένα σημείο, όπου είμαι πολύ επιλεκτική τόσο στις συνεργασίες μου, όσο και στις ερμηνείες μου. Προτιμώ να αποφασίζω μόνη μου ό,τι αφορά τη δουλειά μου. Όπως θα απέρριπτα μια συνεργασία με κάποιον καλλιτέχνη, ο οποίος, πιθανόν, να μην ταιριάζει με το δικό μου ερμηνευτικό στυλ, έτσι θα απέρριπτα και ένα κομμάτι, που δε θα με εξέφραζε. Δίνω πολύ μεγάλη προσοχή στο στίχο ενός κομματιού. Δεν μπορώ και δε βρίσκω το νόημα να ερμηνεύσω κάτι, που δε θα με συγκινήσει πρώτα ψυχικά και έπειτα ακουστικά.
Το παν για εμένα, είναι να πηγάζει η αλήθεια μέσα από το έργο μου. Να μεταφέρω σε κάθε άνθρωπο αυτό που νιώθω εκείνη τη στιγμή. Αν δεν το νιώσω εγώ η ίδια, τότε πώς θα ταυτιστεί κανείς ακούγοντας το; Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος, που προτιμώ να πειραματίζομαι σε ελληνικό στίχο. Οι έννοιες αποκτούν άλλο νόημα μέσα μου.
Πως δέχεσαι την κριτική;
Τη ζυγίζω. Η τέχνη είναι υποκειμενική. Σίγουρα, όταν είσαι καλλιτέχνης θα ακούσεις πολλές κριτικές και θετικές και αρνητικές. Προσπαθώ από όλες να συλλέγω και από κάτι και σιγά-σιγά να εξελίσσομαι και ως καλλιτέχνης και ως Ζαχαρούλα. Θεωρώ, όμως, πως αν δίνεις την ψυχή σου σε κάθε σου εγχείρημα, τότε μπορεί ναι μεν να ακούσεις κριτικές από ανθρώπους, που ίσως δεν αρέσκονται στο είδος σου, όμως κανείς δε θα κρίνει την αλήθεια, που πηγάζει από τη δουλειά σου, όταν δει ότι δίνεις σε αυτό το 100% της ενέργειας σου.
Πως φαντάζεσαι στο μέλλον την πορεία σου; Ποιος είναι ο μεγαλύτερος σου φόβος;
Ο μεγαλύτερος μου φόβος είναι μην πάθει κάτι η φωνή μου! Με τρομάζει η ιδέα να μην κάνω αυτό που αγαπώ. Το μέλλον μου το βλέπω αισιόδοξα. Πρώτα απ’ όλα με ενδιαφέρει να έχω την υγεία μου, εγώ και οι άνθρωποι γύρω μου. Ξέρεις, όσο μεγαλώνεις αρχίζεις να αναθεωρείς τις προτεραιότητες σου και καταλαβαίνεις την πραγματική αξία εννοιών, που μέχρι τώρα σου φάνταζαν «αυτονόητες». Όσον αφορά την επαγγελματική μου πορεία, με νοιάζει να χτίσω την εικόνα μου και την καριέρα μου με ένα κοινό, που θα αγαπήσει τη μουσική μου, τα κομμάτια μου και φυσικά τη Ζαχαρούλα, τον εαυτό, που βγάζω μέσα από αυτά.
Έχεις κάποια πλάνα για το άμεσο μέλλον;
Έχω μερικά σχέδια, ναι. Αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, ευελπιστώ ότι τον Σεπτέμβρη θα καταφέρω να τα πραγματοποιήσω. Όπως είδατε και στο videoclip του «Δώσ’ του νάνι νάνι», ασχολούμαι με το oriental. Πρόκειται για ένα χορό, που έχει τις ρίζες του βαθιά μέσα στο χρόνο και είναι ευρύτερα γνωστός, ιδιαίτερα στις αραβικές χώρες. Λόγω της ενασχόλησης μου και με το θέατρο, μου αρέσει οι εμφανίσεις μου να παραπέμπουν περισσότερο σε art performances. Έχω, λοιπόν, στο μυαλό μου το πλάνο ενός live, το οποίο θα παντρεύει τις τέχνες. Μουσική, χορός και θέατρο. Απαιτεί, βέβαια, πολλή οργάνωση, αλλά θεωρώ ότι αξίζει τον κόπο.
Ζαχαρούλα, βλέπουμε ότι εμφανίζεσαι με τον Γιώργο Περού την Παρασκευή 14/02 στο «Βιβλιοπότη» στα Εξάρχεια. Θα ήθελες να δώσεις μερικές πληροφορίες για όσους θέλουν να έρθουν και να σε ακούσουν;
Με αφορμή την ημέρα των ερωτευμένων (14/02) βρισκόμαστε με τον Γιώργο Περού σε ένα καινούριο στέκι στη γειτονιά των Εξαρχείων, τον «Βιβλιοπότη» για να παρουσιάσουμε τη μουσική παράσταση ‘“Πλατείες Γεμάτες Τραγούδια” στις 22:00. Θέλουμε με αυτόν τον τρόπο να αναδείξουμε το ρόλο της πλατείας ως ένα χώρο, στον οποίο όλοι σχεδόν έχουμε βιώσει έντονες συγκινήσεις. Ένα χώρο, όπου οι άνθρωποι βρίσκονται, συνομιλούν, ερωτεύονται και τραγουδούν. Θα προσκαλέσουμε, λοιπόν, -και θα «προκαλέσουμε»- όσους βρεθούν μαζί μας σε ένα μουσικό ταξίδι, με τραγούδια από διάφορες εποχές και μικρές αφηγήσεις. Ελπίζουμε οι επιλογές μας να σάς αγγίξουν, όπως άγγιξαν και εμάς!