Ζούμε σε μία εποχή όπου οι περισσότεροι νέοι είναι υποχείρια ενός συστήματος που κινεί τα νήματα και που ότι τους σερβίρουν το τρώνε αμάσητο. Η μουσική έχει φτάσει στην απόλυτη παρακμή της. Σ’ αυτό το κατεστημένο την δεκαετία του 60 η μουσική της ροκ ήρθε για να επαναστατήσει για την κοινωνική αδικία, για τον φυλετικό ρατσισμό, και να βάλει ένα τέλος στην βία που επικρατούσε εκείνη την εποχή.Στο τέλος της δεκαετίας του ’60 η απογοήτευση των νέων εκφράζεται με τις φοιτητικές εξεγέρσεις της Νέας Αριστεράς και παράλληλα την ”επανάσταση στην καθημερινή ζωή” που ταυτίστηκε με την ψυχεδέλεια και την ροκ μουσική.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 η αμερικανική στρατιωτική δράση στο Βιετνάμ κλιμακωνόταν ανεξέλεγκτα. Οι φοιτητές σε ολόκληρο τον κόσμο ανέπτυσσαν έντονη πολιτική δράση. Τα πολιτικά δικαιώματα και ο φεμινισμός ήταν δύο καυτά θέματα, ενώ το διογκούμενο νεανικό κίνημα στρεφόταν κατά των ναρκωτικών ουσιών. Γι’ αυτό και ορισμένες τάσεις της ποπ μουσικής υιοθέτησαν τον πειραματισμό και την κοινωνική συνείδηση και το τελικό αποτέλεσμα ήταν το τότε πρόσφατα δημιουργημένο είδος της ροκ μουσικής. Η ροκ έπαιξε τον ρόλο μιας ενδοσκοπικής διεξόδου για αρκετούς ερμηνευτές μιας που παρείχε μια γερή δόση ρεαλισμού και εξέφραζε τις ανησυχίες εκείνων που δεν ήταν διατεθειμένοι να ανεχθούν την βία και την κοινωνική αδικία. Καθώς η αισιοδοξία από το Καλοκαίρι της Αγάπης (που πυροδοτούσαν οι κοινωνικές αναταραχές, οι αιματηρές αντιπολεμικές διαδηλώσεις και η αντικουλτούρα των χίπηδων) παρέδωσε την σκυτάλη στον κυνισμό που χαρακτήριζε τα τέλη της δεκαετίας του 60. Η ροκ καθιερώνεται ως η μουσική της επανάστασης, η μουσική μιας γενιάς που είχε αγανακτήσει από τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα της εποχής, μιας γενιάς που ήθελε να ακουστεί, να πολεμήσει την κοινωνική αδικία και τους φυλετικούς διαχωρισμούς.
Tο rockumentary είναι ένα είδος ντοκιμαντέρ με θέμα την ροκ μουσική για παράδειγμα την παρουσίαση ενός μουσικού φεστιβάλ ή της σταδιοδρομίας κάποιου καλλιτέχνη. Αυτό γινόταν με τη χρήση ελαφριάς φορητής κάμερας 16 και 35mm και σύγχρονου ήχου που τους επέτρεπαν να γυρίζουν ελκυστικές για το κοινό ταινίες πολύ φτηνά. Το rockumentary αποτέλεσε επιτυχές εμπορικό είδος πού απευθυνόταν σε κινηματογραφόφιλο κοινό νεαρής ηλικίας και το θέαμα που προσέφερε ήταν προσιτό για την τηλεόραση. Όπως είπαμε παραπάνω,ορισμένα από τα rockumentary περιείχαν και σκηνοθετημένες σκηνές μυθοπλασίας όπως τα 200 Μotels (1971), Renaldo and Clara (1977) Pink Floyd The Wall (1982) και Sid and Nancy (1986). «Στο είδος του rockumentary ανήκει ένα μεγάλο μέρος της ενέργειας του βρετανικού κινηματογράφου».Η μυθοπλασία καταλαμβάνει όλο και περισσότερο χώρο στο φιλμ που από ντοκιμαντέρ περνάει σε ταινία με ιστορία.
Οι πιο σημαντικοί εκπρόσωποι του rockumentary είναι ο D.A. Pennebaker με ταινίες όπως το Don‘t Look Back (1966), Monterey Pop (1968) και το Depeche Mode 101(1989), oι αδελφοί Alan και David Maysles με ταινίες όπως το What‘s Happening: The Beatles In The USA και το Gimme Shelter (1970), ο Martin Scorsese με τις ταινίες Last Waltz: The Band and Friends(1978) No Direction Home(2005), Shine a Light: Rolling Stones (2008), Living in the Material World: George Harrison(2011) κ.α.
D.A Pennebaker-Don’t Look Back
O Pennebaker ειδικεύτηκε σε ταινίες που αφορούσαν την αμερικάνικη ποπ και ροκ μουσική.Ο γνωστός σκηνοθέτης ξέφυγε από τα πολιτικά ενδιαφέροντα των συναδέλφων του και ασχολήθηκε με φιλμ πάνω στην ροκ μουσική της δεκαετίας του ΄60. Στο Don‘t Look Back ο Pennebaker βρήκε την τέλεια ισορροπία ανάμεσα στο cinema verite και στο μουσικό πορτραίτο ενός καλλιτέχνη. Η ταινία ακολουθεί τον Bob Dylan στην Αγγλία το 1965 σε μία περιοδεία του. Βλέπουμε τον νεαρό σταρ μέσα από τις συνεντεύξεις του, τις συζητήσεις με τους θαυμαστές του μετά από κάθε συναυλία, ακόμα και τους τσακωμούς του με τους διευθυντές των ξενοδοχείων. Αξίζει να σημειωθεί ότι θεωρείται ένα από τα καλύτερα μουσικά ντοκιμαντέρ όλων των εποχών.
Alan and David Maysles Gimme Shelter
Oι αδελφοί Maysles ασχολήθηκαν με κινηματογραφικές μελέτες σημαντικών σταρ και ταλαντούχων ατόμων της εποχής και δημιούργησαν ένα σύνολο ηρώων για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην δεκαετία του 60. Στην ταινία Gimme Shelter (1970) βλέπουμε τον σκοτεινό και βίαιο κόσμο της ροκ. Τέσσερις σχεδόν μήνες μετά το φεστιβάλ του Woodstock, η δωρεάν συναυλία στο Altamont σημαδεύτηκε από την ανευθυνότητα των διοργανωτών και την εγκληματική αδιαφορία απέναντι στα ανησυχητικά μηνύματα που εξέπεμπε ένα ανεξέλεγκτο κοινό, για να καταλήξει- με το που έπεσε η νύχτα και στη σκηνή βγήκαν οι Rolling Stones- σε ένα όργιο συσσωρευμένης οργής και αδικαιολόγητης βίας που κατέληξε σε τρεις θανάτους και την άγρια δολοφονία ενός δεκαοχτάχρονου μαύρου αγοριού από μέλη των Angels. Σχεδόν οδυνηρό στην παρακολούθησή του, το Gimme Shelter μετέτρεψε τα αποτρόπαια συμβάντα που αποθανάτισε σε μια τραγική μαρτυρία για το οριστικό τέλος της αθωότητας και το βάφτισμα της Αμερικής σε μια σκοτεινή, αιμοβόρα νέα περίοδο. Ταυτόχρονα, όμως, απεύθυνε και μια αποστομωτική απάντηση στην αφελή αισιοδοξία του Woodstock και της γενιάς των λουλουδιών: «επιχείρησε να τοποθετήσεις μισό εκατομμύριο ανθρώπους στον ίδιο χώρο, και να είσαι σίγουρος ότι κάτι φρικτό θα συμβεί». Περισσότερο μια rock n roll ταινία τρόμου παρά μια απλή καταγραφή, το Gimme Shelter παραμένει μέχρι σήμερα το πιο συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ που γέννησε ποτέ η μουσική ως ιδανική αντανάκλαση μιας εποχής, μιας κοινωνίας, ενός κόσμου ολόκληρου.
Martin Scorsese- Last Waltz: The Band and Friends (1978)
Οι Band μας αποχαιρετούν (σαν μπάντα) με αυτή τη συναυλία στο Frisco Bash και ο Scorsese κάνει ένα υποδειγματικό ντοκιμαντέρ, είναι υποψήφιος για 4 βραβεία και κερδίζει ένα. Μπορεί να λένε διάφορα για τα κινηματογραφικά Woodstock & Monterey, αλλά είναι γεγονός ότι το Last Waltz, είναι κινηματογραφικά το καλύτερο και με διαφορά.
Woodstock
Ντοκιμαντέρ ορόσημο της εποχής μιας που οι ιδέες που προέβαλλε το Φεστιβάλ μουσικής στο Woodstock ήταν υπέρ της ειρήνης, της ισότητας και κατά του πολέμου και του ρατσισμού. Tο περίφημο τριήμερο φεστιβάλ έγινε στις 15, 16 & 17 Αυγούστου του 1969, στο Bethel της Νέας Υόρκης και το παρακολούθησαν 500.000 άτομα το κινηματογράφησε ο Michael Wadleigh έχοντας στο μοντάζ τον Martin Scorsese. Το μήνυμα που έφερε το Woodstock, άλλαξε για πάντα όλα τα live. Αρκετές εμφανίσεις καλλιτεχνών υπήρξαν μοναδικές. Ο Joe Cocker, η Janis Joplin, ο Carlos Santana, η Joan Baez, ο Jimmy Hendrix κ.α είναι μερικοί από τους καλλιτέχνες που εμφανίστηκαν στο τριήμερο αυτό φεστιβάλ. Αξίζει να σημειωθεί ότι έλειψαν μεγάλοι μουσικοί της εποχής οι οποίοι δεν μπόρεσαν να παρευρεθούν ενώ η κυβέρνηση των Η.Π.Α. δεν επέτρεψε στον John Lennon να μπει στη χώρα και να συμμετάσχει λόγω των πολιτικών του απόψεων και της στάσης που είχε πάρει μέσα από τα τραγούδια του.
The Wall -Roger Watters-Alan Parker (1982)
Αν και δεν είναι ντοκιμαντέρ, το the Wall είναι κατά την γνώμη μου από τις αντιπροσωπευτικές ταινίες της εποχής και χαρακτηριστικό της τάσης προς τη μυθοπλασία. Θίγει παρά πολλά κοινωνικοπολιτικά ζητήματα όπως αυτό της υποταγής στο σύστημα που από την στιγμή που γεννιέσαι σε ορίζει δεν σε θέλει ούτε έξυπνο αλλά ούτε και χαζό για να σε έχει υποχείριο του. Ο Roger Waters κατάφερε να φτιάξει μια ταινία όπου το δίπολο ”Θύτης-Θύμα”, ”Αγάπη-Μίσος”, ”Ελευθερία-Εξάρτηση” συγκρούεται επί της μεγάλης οθόνης. Ο ήρωας της ταινίας οραματίζεται το μέλλον του ως ένας σκοτεινός δικτάτορας που σέρνει πίσω του στρατιές θαυμαστών. Η ταινία, χωρίς διαλόγους, βασίζεται μόνο στα θρυλικά τραγούδια του ”The Wall”, ενώ η κλειστοφοβική ατμόσφαιρα εντείνεται από τα εφιαλτικά κινούμενα σχέδια που εισχωρούν στην οθόνη σαν ονειρικά θραύσματα των νοσηρών σκέψεων του Pink. Ο Alan Parker μέσα από την μουσική των Pink Floyd υπογράφει μια μοναδική αλληγορία για το τίμημα της δόξας και τη μοναξιά ενός αστέρα του θεάματος που χτίζει γύρω του έναν τοίχο για να προστατευτεί.
Το rockumentary αντιπροσωπεύει μια γενιά που επαναστάτησε για τα δικαιώματα της, όρθωσε ανάστημα απέναντι στο κατεστημένο και έβαλε τις βάσεις για μια κοινωνία που ορίζει ότι όλοι είμαστε ίσοι ανεξάρτητα αν είμαστε μαύροι ή άσπροι, πλούσιοι ή φτωχοί όλοι έχουμε δικαίωμα στην ζωή και κανένας δεν έχει δικαίωμα να μας το στερεί αυτό.