Ηχογράφηση από τη Σοφία Σακαρίκου:
There is nowhere, absolutely nowhere, in this God forsaken valley. I’m talking about from the range of my voice, right here clear out to the goddamn Mohjave Desert and beyond that, clear out past Barstows and everywhere else in the valley all the way to Arizona. None of that area will be called a safety zone! There will be no safety zone!
Μέσα από την αχανή, ανάγλυφη και αποπνυκτικά πορτοκαλί έρημο του Τέξας, ξεπροβάλει η μοναχική φιγούρα ενός άντρα. Πίσω από το στερεοτυπικό κόκκινο καπέλο και το κοστούμι του, μπορεί κανείς να διακρίνει την ηλιοκαμένη του επιδερμίδα και την πλήρη σύγχυση στην οποία βρίσκεται. Ο Travis (Harry Dean Stanton) έχει μόλις φτάσει στην άκρη του κόσμου -ένα βενζινάδικο στην Τερλίνγκουα, γνωστή και ως «πόλη φάντασμα»- ή ίσως, ακόμα καλύτερα, έχει μόλις επιστρέψει από αυτή. Ο Travis παραμένει σιωπηλός έξω από το βενζινάδικο και αργότερα στο νοσοκομείο. Σύντομα καταφθάνει ο αδερφός του, Walt (Dean Stockwell), για να τον πάρει πίσω στο Los Angeles και κάπως έτσι ξεκινά το πρώτο από τα πολλά roadtrips του Paris, Texas.
“You know which side of the border you’re on?”
Ανεμοδαρμένο τοπίο, ατέλειωτες λεωφόροι, ένας μυστηριώδης κλειστός χαρακτήρας που όπως μαθαίνουμε υπήρξε εξαφανισμένος για 4 χρόνια και ο αδερφός του, ένας everyman της εργατικής τάξης που προσπαθεί να κατανοήσει τη σουρεάλ κατάσταση που έχει απέναντί του. Και όχι, το Paris, Texas δεν είναι σκηνοθετημένο από τον David Lynch, αν και Lynch και Stanton έχουν συνεργαστεί στο παρελθόν. Είναι σκηνοθετημένο από τον Wim Wenders, πρώην κεντρική φιγούρα του Νέου Γερμανικού Κινηματογράφου, με πλούσια φιλμική καριέρα στις Η.Π.Α.
Σε καμία όμως περίπτωση δεν ανήκει στον Wim Wenders. Διότι δεν γίνεται να παραβλέψουμε τον σεναριογράφο της ταινίας, Sam Shepard. Η συλλογή διηγημάτων και ποιημάτων του, Χρονικά των Μοτέλ, αποτέλεσε τη βάση για το Paris, Texas, με πολλές από τις ιστορίες να εμπνέουν σκηνές της ταινίας. Επίσης, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την κυριαρχία τόσο του Stanton, όσο και της Nastassja Kinski, αλλά αυτό θα έρθει στη συνέχεια.
“We’re… leaving the ground?”
Στο ταξίδι επιστροφής των δύο πρωταγωνιστών ανακαλύπτουμε σιγά σιγά τον Travis, περίπλοκο μέσα στην απλότητά του. Με τάσεις φυγής, αλλά και ανάγκη για σταθερότητα, σκιαγραφείται, από μοτέλ σε μοτέλ, με φόντο τον απέραντο ορίζοντα που σπάει, καμιά φορά μόνο, από αυτές τις διαφημιστικές πινακίδες και τις αντέννες που μόνο στην Αμερική υπάρχουν όμοιές τους. Ο Travis δεν φαίνεται να θυμάται, ίσως δεν θέλει κιόλας.
Η πρώτη φορά που ανοίγεται, όμως, αποτελεί ίσως μια από τις πιο καθοριστικές σκηνές του Paris, Texas. Δείχνει στον Walt μια φωτογραφία λέγοντάς του ότι πρόκειται για το Παρίσι. Όχι της Γαλλίας, αλλά του Τέξας. Φαίνεται πως αγόρασε ένα άδειο οικόπεδο, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, αλλά δεν έχει σημασία, γιατί όλη η σημασία έγκειται στο ότι αυτό το κενό οικόπεδο στη μέση του πουθενά είναι δικό του. Και έτσι, το Paris, Texas μας συστήνεται. Είναι μια ταινία για τα υποκατάστατα όσων θα θέλαμε να είχαμε, που είναι τόσο απλά, κι όμως τόσο μακρινά. Για τις αναμνήσεις και, κυρίως, τις ψεύτικες αναμνήσεις, αυτές που έχουμε εξιδανικεύσει και περνάμε όλη μας τη ζωή προσπαθώντας να επιστρέψουμε σε αυτές, νομίζοντας ότι μπορούμε.
“Well who does he think I am?”
Όταν οι δύο ήρωες καταφθάνουν στο σπίτι του Walt, ο Travis ανακαλύπτει ότι ο 7 χρονών γιός του έχει μεγαλώσει, τα τελευταία 4 χρόνια απουσίας του, με τον αδερφό του και τη σύζυγό του, Anne (Aurore Clément). Ο μικρός Hunter, τον οποίο υποδύεται ο Hunter Carson, ένα από αυτά τα παιδιά που δεν φαίνονται να υποδύονται κάποιο ρόλο, δένεται σχετικά γρήγορα με τον πατέρα του. Το παζλ αρχίζει σιγά σιγά να αποκτά μορφή, λείπει όμως ένα βασικό του κομμάτι. Η Anne δίνει πληροφορίες στον Travis, σχετικά με τη Jane (Kinski), τη μητέρα του Hunter. Έτσι, πατέρας και γιος επανενωμένοι πλέον, ξεκινούν για ένα ταξίδι στο Houston, με walkie talkies, la vache qui rit, και random facts για το Big Bang και τη δημιουργία του σύμπαντος.
“He had this idea about her”
Καθώς προχωρά το ταξίδι και η αναζήτηση, αρχίζει να ξεδιπλώνεται η μαεστρία του Sam Shepard που έως τώρα ήταν σχεδόν άφαντη ως προς τους διαλόγους, λόγω του ολιγομίλητου Travis. Όταν οι δυο τους μοιράζονται ένα ερειπωμένο μοτέλ, ο Travis ανοίγεται για τους δικούς του γονείς στον Hunter. Εξηγεί πως ο πατέρας του είχε μια συγκεκριμένη ιδέα για τη μητέρα του και όταν την κοιτούσε έβλεπε μόνο αυτή την ιδέα. Και ότι έλεγε στον κόσμο ότι η γυναίκα του κατάγεται από το Παρίσι, κρατώντας για λίγο κρυφό το κομμάτι για το Τέξας. Και κάπως έτσι αρχίζει να γίνεται σαφές ότι όλοι ζουν με υποκατάστατα. Το Παρίσι δεν είναι το πραγματικό Παρίσι. Ο Hunter δεν μεγάλωσε με τους πραγματικούς του γονείς. Η Anne και ο Walt δεν έχουν πραγματικό γιο. Τα μοτέλ δεν είναι πραγματικά σπίτια.
“I knew these two people”
Όταν, εν τέλει, βρίσκουν την Jane, κι εκείνη δεν είναι πραγματική πόρνη, όπως φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Η Jane, λοιπόν, εργάζεται σε ένα μαγαζί, σε καμπίνα ιδιωτικής προβολής, όπου πίσω από ένα ημιπερατό καθρέφτη προσφέρει θέαμα στον πελάτη, μη μπορώντας η ίδια να τον δει. Ο Travis την επισκέπτεται εκεί και της εξιστορεί την ιστορία δύο ανθρώπων που γνώριζε. Αυτό που ακολουθεί αποτελεί έναν από τους πιο εμβληματικούς διαλόγους στην ιστορία του σινεμά.
Οι δυο τους μιλούν ο ένας για τον άλλο στο τρίτο πρόσωπο. Ποτέ δεν αγγίζονται, καθώς παρεμβάλλεται το τζάμι. Αφηγούνται τις μέρες τους μαζί και τις μέρες τους χώρια, ο καθένας από τη δική του πλευρά. Και στο τέλος μόνο μια πληροφορία έχει σημασία. Ξενοδοχείο Meridian, δωμάτιο 1520. Εκεί βρίσκεται ο Hunter. Ξενοδοχείο αυτή τη φορά, γιατί της αξίζουν πολλά παραπάνω από ένα φτηνό μοτέλ. Ο Travis παρακολουθεί την επανένωση από μακριά και εξαφανίζεται για άλλη μια φορά στο άπειρο, σαν μοναχικός καουμπόης. Όχι ακριβώς στο άπειρο. Ίσως στο μηδέν.
A vacant lot
Το Paris, Texas μπορεί να αποτελεί ένα σύγχρονο road movie του 1984 (μια ανάσα πριν το τελευταίο τέταρτο του εικοστού αιώνα), αλλά δεν παύει να είναι ένα Western. Το κινηματογραφικό (και όχι μόνο) είδος αυτό έχει αναδυθεί και χαθεί από το προσκήνιο αμέτρητες φορές, ξεκινώντας από τις απαρχές του 19ου αιώνα, συνεχίζοντας στα ’50s και γνωρίζοντας την κορύφωσή του στα ’60s και τα ’70s. Κάθε φορά που θεωρείται νεκρό, αναγεννάται -και όχι αδίκως.
Το Western δεν είναι μόνο οι ηρωικές ιστορίες, το κυνήγι θησαυρού και οι μονομαχίες. Το Western είναι η σύγκρουση της φύσης με τον πολιτισμό, της ατομικότητας με την κοινότητα, της ανεξαρτησίας με τη δέσμευση. Αλλά ακόμη περισσότερο, είναι η νοσταλγία, η επιστροφή στο μηδέν, η αναζήτηση εαυτού, παρελθόντος, μέλλοντος, και όσων νομίζαμε πως είχαμε, αλλά στην πραγματικότητα δεν είχαμε ποτέ. Μιλά για ένα μέρος και μία εποχή που υπάρχουν μέσα μας. Και αυτό ακριβώς κάνει και το Paris, Texas.
“There will be no safety zone”
Κάπου εδώ συνειδητοποιώ ότι δεν μίλησα για την αγαπημένη μου σκηνή από την ταινία, ίσως γιατί εκφράζει συμπυκνωμένα όλα τα νοήματα του Paris, Texas, και πολλά περισσότερα από αυτά. Ο Walt περιπλανιέται στο Los Angeles, εκείνη την σχεδόν υπερφυσική ώρα της ημέρας όπου ο ήλιος έχει μόλις δύσει, αλλά το φως δεν έχει χαθεί τελείως, ο ουρανός έχει πάρει την ιδανική απόχρωση του μπλε χρώματος και τα φώτα του δρόμου, οι neon πινακίδες, και τα φωτιστικά των διαμερισμάτων αρχίζουν να ανάβουν σιγά σιγά. Μια τέτοια ώρα, λοιπόν, ο Walt διασχίζει τη γέφυρα μιας απέραντης λεωφόρου, καθώς κάποιος, από κάπου μακριά, ουρλιάζει.
Ακολουθεί μια λίστα, με σχέδιο από την Ειρήνη Γαντζία, από κομμάτια που έπαιξαν ή θα μπορούσαν να παίξουν στην κατάσταση αυτή που συμβολίζει το Paris, Texas:
Παρόμοια άρθρα:
- Red Dead Redemption 2: αναζητώντας νόημα σε ένα παρακμάζον Αμερικανικό μέτωπο
- F♯A♯∞, η μετα-αποκαλυπτική Άγρια Δύση των Godspeed You! Black Emperor
- Εγκεφαλικό Σάουντρακ: μια ταινία στα προσεχώς
Ακολουθήστε τις σελίδες μας σε Facebook, Instagram και Spotify για περισσότερη έμπνευση.