Μεγαλώνουμε στην εποχή των μεγάλων ταχυτήτων, της εύκολης πληροφορίας και της άμεσης (υπερβολικά) επικοινωνίας. Θαρρείς, πως τρέχουν όλα τόσο γρήγορα, που δεν έχουμε πλέον μάτια για τα ουσιώδη. Που στιγμές και πρόσωπα περνούν απ’ τη ζωή μας και δεν αφήνουν τίποτ’ άλλο από φωτογραφίες. Ανέκαθεν με απογοήτευε η σκέψη του να μεταμορφωθεί κάτι τόσο προσωπικό, όπως μία ανάμνηση, σε μια παγωμένη εικόνα, καταδικασμένη απ’ το χρόνο να μην υπάρξει ξανά ως πραγματικότητα.
Εδώ, είναι που παίρνει τη σκυτάλη η συγγραφή. Κάποιος θα την ονομάσει “καταγραφή συναισθημάτων και σκέψεων”, άλλος θα την πει “ποίηση” κι άλλος απλά “σκόρπιες λέξεις σε χαρτιά”. Μηδαμινή, όμως, σημασία έχουν οι τίτλοι, μπρος την πραγματικότητα.
Το κάθε κείμενο, αποτελεί μια μικρή ή μεγάλη κατάθεση ψυχής του δημιουργού. Σε στιγμές της ζωής μας που νιώθουμε μόνοι, πιεσμένοι, κουρασμένοι απ’ όλους κι απ’ όλα, πάντα θα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τις σκέψεις μας. Και ο μόνος τρόπος για να συμφιλιωθεί κανείς μ’ αυτές και κατά συνέπεια και με τον ίδιο του τον εαυτό, είναι να τις καταγράψει. Αφότου ολοκληρώσει το έργο του, μπορεί πλέον να το διαβάσει σαν να μην είναι δικό του, σαν να του είναι κάτι τελείως ξένο. Και κάπως έτσι, ν’ “ακούσει” και να παρατηρήσει τα όσα τον βασανίζουν από θέση τρίτου. Να μπορέσει με μια πιο καθαρή ματιά να σταθεί αντιμέτωπος στα “θέλω” και στα “πρέπει” του.
Η ανακούφιση του να βγάζεις κάτι από μέσα σου, δεν συγκρίνεται με καμία άλλη στον κόσμο. Γιατί το χαρτί δεν θα σε κρίνει, ούτε θα σου δώσει συμβουλές. Δεν θα προσπαθήσει να σε παρηγορήσει, ούτε ν’ αλλάξει τον τρόπο που βλέπεις τα πράγματα. Το χαρτί αυτό και ό,τι έχει πια μέσα του είναι εσύ• εσύ στην πιο ειλικρινή σου μορφή.
Γι’ αυτό, λοιπόν, κάθε σου γραπτό (όπως προτιμώ εγώ να τα ονομάζω) φύλαξέ το καλά μέσα στην καρδιά σου. Πρόσεξε πολύ πώς και σε ποιον θα το εκθέσεις, γιατί χωρίς να το ξέρει θ’ αντικρύζει ολόγυμνη την ψυχή σου. Και δεν αντέχουν όλοι αυτό το θέαμα.
Εκτός από μεγάλες ταχύτητες, η εποχή μας κρύβει και μεγάλα συναισθήματα. Ας μην τα αφήνουμε να σαπίζουν μέσα μας.